Επικαιρότητα
Η εκκλησιαστική καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων την 25η Δεκεμβρίου (Ε΄ Μέρος)
24 Δεκ 2021
Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr
«Ἐμεῖς ὑποστηρίζουμε τοῦτο, ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό Του Ναό ἀμόλυντο καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἔφερε στή ζωή τή δική μας τό πολίτευμα τῶν οὐρανῶν» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος)
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Ε΄ Μέρος
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, μέσα ἀπό τήν ὁμιλία του αὐτή μᾶς νουθετεῖ μέ λόγια ἀγάπης ὡς ἑξῆς: “Σύντομη εἶναι, ἀγαπητοί μου, ἡ παρούσα ζωή καί ἄς προσέξουμε, ἄς ἀνοίξουμε τά μάτια μας, ἄς συγκεντρώσουμε τόν ψυχικό μας κόσμο, ἄς ἐπιδείξουμε γνήσιο τό ἐνδιαφέρον μας γιά ὅλους, ἄς γίνουμε εὐσεβεῖς σέ ὅλα.
Καί εἴτε εἶναι ἀνάγκη νά ἀκοῦτε τό Θεῖο κήρυγμα, εἴτε νά προσέρχεσθαι στή Θεία Κοινωνία, εἴτε κάνετε ὁτιδήποτε ἄλλο, μέ φόβο καί μέ τρόμο Θεοῦ νά τό κάνετε γιά νά μήν προκαλέσετε μέ τήν ἀδιαφορία σας τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ.
Γιατί λέγει ἡ Γραφή: «Καταραμένος εἶναι ἐκεῖνος πού μέ ἀδιαφορία ἐκτελεῖ τό καθῆκον του πρός τό Θεό» (Ἱερεμ. 48, 10)”.
Ἡ μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, στήν ἴδια ὁμιλία του, «Εἰς τήν γενέθλιον ἡμέραν τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ», ἐπικαλεῖται καί τή μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας Ρώμης γιά τή Γέννηση τοῦ Κυρίου τήν 25η Δεκεμβρίου. (12)
Γι’ αὐτό καί ἡ ὁμιλία φέρει ὑπότιτλο σχετικό μέ τήν «Γενέθλιον ἡμέραν»:
– «Ἄδηλον μέν ἔτι οὖσαν τότε, πρό δέ ὀλίγων ἐτῶν γνωρισθεῖσαν παρά τινων ἀπό τῆς Δύσεως ἐλθόντων καί ἀναγγειλάντων».
Ἐξ ὅσων λέγει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, προκύπτει ὅτι:
– «Καί στούς ἀρχαίους κώδικες πού εἶναι δημόσια τοποθετημένοι στή Ρώμη, εἶναι δυνατόν κάποιος πού θέλει, ἄν ψάξει καί μάθει τόν καιρόν τῆς ἀπογραφῆς, νά πληροφορηθεῖ μέ ἀκρίβεια… Ἀλλά ἄκουγε καί μήν ἀπιστεῖς, διότι ἀπό αὐτούς πού τά γνωρίζουν αὐτά μέ ἀκρίβεια καί κατοικοῦν στήν πόλη ἐκείνη ἔχουμε παραλάβει τήν ἡμέρα. Διότι αὐτοί πού ζοῦν ἐκεῖ, ἐπιτελώντας την ἐξ ἀρχῆς καί ἀπό παλαιά παράδοση, αὐτοί τώρα μᾶς ἔστειλαν τήν εἰδοποίηση γι’ αὐτήν».
Ἐν συνεχείᾳ ὁ ἅγιος ἐκθέτει τούς θαυμαστούς δρόμους τῆς Θείας Προνοίας, ἡ ὁποία ἔνευσε στήν ψυχή τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου, ὥστε νά διατάξει τήν πρώτη ἀπογραφή τῆς οἰκουμένης.
Καί νά ἐκπληρωθοῦν ἔτσι οἱ προφητεῖες περί Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στή Βηθλεέμ, ἄν καί ἡ Θεοτόκος μονίμως διέμενε στή Ναζαρέτ, ὥστε νά ἀποδειχθεῖ ἔτσι καί ἡ Παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ· «καί διά τῶν ἀπίστων καί τῶν πιστῶν τά καθ΄ ἑαυτόν οἰκονομοῦντος, ἵνα μάθωσιν οἱ ἀλλότριοι τῆς εὐσεβείας τήν ἰσχύν καί τήν δύναμιν αὐτοῦ».
Ὀρθόδοξη ἀποδοχή τῆς ἐχθρικῆς ἑρμηνευτικῆς
Παρά τίς ἀποδείξεις αὐτές, εἶναι χαρακτηριστική ἐν προκειμένῳ ἡ ἀντίθετη σχετική γνώμη τοῦ «πρυτάνεως» τῶν συγχρόνων ἑλλήνων λειτουργιολόγων:
– «Οἱ βασικές ὅμως ἑορτές τοῦ ἔτους μέ ἄξονα τήν ἑορτή τῆς Γεννήσεως ἤ τῆς Θείας Ἐπιφανείας δέν εἶναι ἀφετηριακά ἄλλες παρά ἀντικαταστάσεις παλαιῶν ἡλιακῶν ἑορτῶν.
Ἔτσι ὅταν –στήν Ἀνατολή μέ τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων καί στή Δύση μέ τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων– ἐπιχειρήθηκε μέ θαυμαστή ἐπιτυχία ἡ ἀντικατάσταση τῆς ἑορτῆς τοῦ χειμερινοῦ ἡλιοστασίου, τῆς γεννήσεως τοῦ «ἀηττήτου» ἡλίου, ἦταν ἑπόμενο νά συντονισθοῦν πρός αὐτήν ἡ ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου –ἐννέα μῆνες πρό τῶν Χριστουγέννων– κατά τήν ἐαρινή ἰσημερία, ἡ ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, σαράντα ἡμέρες μετά τήν Γέννηση, ἀλλά καί οἱ ἑορτές τῆς συλλήψεως καί τῆς γεννήσεως τοῦ Προδρόμου, ἡ πρώτη ἕξι μῆνες πρό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ –κατά τήν ἑορτή τῆς φθινοπωρινῆς ἰσημερίας– καί ἡ δευτέρα ἕξι μῆνες πρό τῶν Χριστουγέννων, δηλαδή κατά τήν εἰδωλολατρική ἑορτή τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας (λάθος: ἐννοεῖ τό θερινό ἡλιοστάσιο, 20-21 Ἰουνίου).
Οἱ ἀντικαταστάσεις ἔγιναν βαθμηδόν, ἀλλά τό ἀποτέλεσμα ἦταν τό ἴδιο.
Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου λησμονήθηκε τελείως τό ἡλιολατρικό ὑπόβαθρο καί ἔμειναν μόνο ὀλίγα λαϊκά εἰδωλολατρικά ἔθιμα καί δεισιδαιμονίες στό περιθώριο τῆς κατά τά ἄλλα ἀποκαθαρμένης εὐσεβείας τοῦ χριστιανικοῦ λαοῦ». (13)
Στό παράθεμα αὐτό εἶναι φανερόν ὅτι ὁ μακαριστός Καθηγητής ἐκκινεῖ ἀφετηριακῶς ἀπό τήν ἑορτή τοῦ «Solis Invicti» (περί τό χειμερινό ἡλιοστάσιο 21-22 Δεκεμβρίου) καί μεταθέτει πρός τά πίσω τίς ὑπόλοιπες θεομητορικές καί λοιπές ἑορτές, ὥστε αὐτές νά συνταιριασθοῦν μεταξύ τους, κατά τή μαρτυρία τῶν βιβλικῶν κειμένων, ἀλλά γιά νά συμπίπτουν μέ τίς ἰσημερίες, τή φθινοπωρινή (22-23 Σεπτεμβρίου) καί τήν ἐαρινή (20 Μαρτίου).
Δυστυχῶς καί ἐδῶ ἡ κατάτμηση τοῦ θεολογικοῦ ἐπιστητοῦ σέ ἐπιμέρους τομεῖς, λειτουργιολογικό, βιβλικό, ἱστορικό κ.λπ. ἔχει ἐπιτυχῶς διεκδικήσει τόν «φόρο» της.
Ἡ διαπραγμάτευση τοῦ ἐμβριθοῦς καί κατά κοινήν ὁμολογία εὐλαβεστάτου λειτουργιολόγου δέν ἔχει λάβει ὑπ’ ὄψιν της τή βιβλικο–πατερική ἑρμηνευτική γιά τό ἐν λόγῳ θέμα τοῦ ἀκριβοῦς ἡμερολογιακοῦ προσδιορισμοῦ τῶν ἑορτῶν καί τῶν Χριστουγέννων, ἀλλά ἔχει ἀκρίτως ἀκολουθήσει τούς ἰσχυρισμούς τῆς ξένης ἔρευνας, ἡ ὁποία ἔχει δεόντως «ἀξιοποιηθεῖ» ἐπίσης ἀπό τόν New Age συγκρητισμό καί τήν ἀστρο–θεολογία, πού ὅπως πάντοτε προσπαθεῖ νά ἰσοπεδώσει περί ἕνα κοινόν ἄξονα τίς ἑορτές ὅλων τῶν θρησκειῶν (εἶναι ἐνδεικτικό τό ἄρθρο τῆς Wikipedia).
Στό ὑπόβαθρο αὐτῆς τῆς ἀκαδημαϊκῆς–θεολογικῆς μας αἰχμαλωσίας, πού συχνά ἔχει πολύ περισσότερο βαρύνουσες καί κρυπτές διαστάσεις ἀπ’ ὅσο στό προκείμενο θέμα, εὑρίσκεται ἡ ἀπό μέρους τῶν Ὀρθοδόξων ἄγνοια τῆς στοχευμένης πολεμικῆς κατά τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως.
Ἐπίσης, ὑποκρύπτεται καί ἡ ἀμφιβολία γιά τή σοβαρότητα, τήν περισσή εὐλάβεια καί τόν ζῆλο μέ τόν ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξος, ἡ μόνη Ἐκκλησία, ἐξ ἀρχῆς διατήρησε τίς παραδόσεις Της.
Εἶναι χαρακτηριστική καί λυπηρή ἡ χρήση τοῦ ὅρου «ἀποκαθαρμένη εὐσέβεια» ἀπό τόν Καθηγητή.
Ἐπίλογος: Ὁ ρόλος τῆς Θείας Προνοίας
Τό ὅτι δέν εἶναι δυνατόν ἡ Ἐκκλησία ἐκ τῶν ὑστέρων –χάριν τῆς ἑορτῆς τοῦ ἡλίου ἤ τοῦ «ἀνικήτου»– νά ἔχει ἐπιλέξει τό τέλος τοῦ Δεκεμβρίου ὡς καιρό τῆς ἐνανθρωπήσεως, ἀλλά ἡ Θεία Πρόνοια ἀπό τοῦ αἰῶνος, μαρτυρεῖται ἀπό τά γεγονότα, ὅτι καί ὁ ὑπερφυής Τόκος τοῦ Θεανθρώπου συνέπεσε μέ τήν ἀπογραφή τοῦ Καίσαρος Αὐγούστου, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά καί ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου, ἡ ἀπαρχή τῆς ἀναπλάσεως τῆς ἀνθρωπότητος, συνέπεσε στόν μῆνα Μάρτιο, τόν μῆνα τῆς Δημιουργίας τοῦ κόσμου, καί πρῶτο μῆνα τοῦ ἑβραϊκοῦ θρησκευτικοῦ ἔτους.
Ἦταν ἀδύνατον ἀνθρωπίνως νά συνδράμουν τόσες συμβολικές περιστάσεις.
Γιά τή συμβολικῆς σημασίας χρονική σύμπτωση τῆς ἀπογραφῆς τοῦ Καίσαρος μέ τήν Ἐνανθρώπηση, ἡ ἱερά ὑμνογραφία ψάλλει:
– «Ὅταν ἦλθε ὁ καιρός τῆς παρουσίας Σου ἐπί γῆς, τότε ἔγινε ἡ πρώτη ἀπογραφή τῆς οἰκουμένης· τότε ἐπρόκειτο νά κάνεις ὀνομαστική ἀπογραφή τῶν ἀνθρώπων, ὅσων ἐπίστευαν στή Γέννησή Σου. Γι’ αὐτόν τόν λόγο ἐκφωνήθηκε ἀπό τόν Καίσαρα τό διάταγμα αὐτό, διότι ἔλαβε νέα μορφή, ἡ Βασιλεία Σου, ἡ ὁποία εἶναι χωρίς ἀρχή (καθότι ἀίδια)».
Στή ρύθμιση τῆς Θείας Πρόνοιας ἀνήκει καί ἡ σύμπτωση στόν μῆνα Μάρτιο τόσο τῆς δημιουργίας τῶν κτισμάτων, ὅσο καί ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ἡ Β΄ Παρουσία τοῦ Χριστοῦ καί ἡ κοινή πάντων Ἀνάσταση, καθώς ἐπισημαίνει ὁἍγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στόν Συναξαριστή τοῦ Μαρτίου:
– «Ὅθεν ὅστις ὀνομάσει τόν Μάρτιον τοῦτον μῆνα ἄρτιον φερωνύμως καί προσφυῶς θέλει τόν ὀνομάσει, ἐπειδή εἰς τόν μῆνα τοῦτον εὑρίσκει περιεχόμενα τά μυστήρια ὅλα τῆς πλάσεως καί ἀναπλάσεως τῶν ἀνθρώπων καί ὅλης τῆς κτίσεως, ὅσα ἔγιναν καί γίνονται καί θά γίνονται».
Αὐτές εἶναι οἱ ἀπό τήν Πρόνοια τῆς Ἁγίας Τριάδος«συμπτώσεις» ἱερῶν γεγονότων, πού ἔχουν ἀντίκρυσμα γιά τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, καί ὄχι ἡ ἀξιοποίηση εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν ἑνός ξεπεσμένου καί ἀπεχθοῦς παγανιστικοῦ κόσμου, γιά τούς (Ὀρθοδόξους)Χριστιανούς”.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πρός τό τέλος τῆς ὁμιλίας του γιά αὐτή τήν ἐκκλησιαστική καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, γράφει σχετικά μέ τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ τά ἑξῆς:
“Σᾶς κατέστησα γνωστά μέχρι τώρα ὅλα τά σχετικά μέ αὐτή τήν ἡμέρα. Ἀφοῦ ἀναφέρω ἀκόμη ἕνα, θά τελειώσω τήν ὁμιλία μου καί θά δώσω τή θέση μου στόν κοινό δάσκαλο γιά τά σημαντικότερα. (14)
Ἐπειδή λοιπόν πολλοί εἰδωλολάτρες, ὅταν ἀκούσουν ὅτι ὁ Θεός γεννήθηκε μέ ἀνθρώπινη μορφή, μᾶς περιγελοῦν καί μᾶς προσβάλλουν, καί ἐνοχλοῦν καί στενοχωροῦν πολλούς ἁπλοϊκούς Χριστιανούς, εἶναι ἀνάγκη καί σέ κείνους καί στούς ἄλλους πού στενοχωροῦνται νά ἀπευθυνθῶ, ὥστε ποτέ στό ἑξῆς νά μή θορυβοῦνται παρασυρμένοι ἀπό ἀνοήτους ἀνθρώπους καί γιά νά μήν τούς ἐνοχλοῦν οἱ κοροϊδίες τῶν ἀπίστων.
Γιατί καί τά μικρά παιδιά πολλές φορές γελοῦν ὅταν ἐμεῖς συζητᾶμε γιά σπουδαῖα ζητήματα καί ἀσχολούμαστε μέ σοβαρές ὑποθέσεις.
Τό γέλιο ὅμως δέν εἶναι ἀπόδειξη ὅτι εἶναι γελοῖα αὐτά πού κοροϊδεύει κανείς, ἀλλά ἀπόδειξη τῆς ἀνοησίας αὐτοῦ πού τά κοροϊδεύει.
Αὐτό βέβαια μποροῦμε νά ποῦμε καί γιά τούς εἰδωλολάτρες, πώς ἐπειδή εἶναι περισσότερο ἀνόητοι κι’ ἀπ᾿ τά παιδιά, κοροϊδεύουν ἐκεῖνα γιά τά ὁποῖα πρέπει κανείς νά νιώθει θαυμασμό καί μεγάλο σεβασμό, ἐνῶ, ἀντίθετα, σέβονται καί ὑποστηρίζουν ἐκεῖνα πού εἶναι πραγματικά γελοῖα.
Ἀλλά καί τά δικά μας πού ἐκεῖνοι τά κοροϊδεύουν, ἐξακολουθοῦν νά παραμένουν σεβαστά καί δέν ζημιώνει καθόλου τή δόξα τους τό ὅτι τά κοροϊδεύουν ἐκεῖνοι.
Τά δικά τους ἀντίθετα ἄν καί τά ὑποστηρίζουν μέ κάθε τρόπο, δείχνουν τή δική τους κατωτερότητα.
– Ἀλήθεια, δέν εἶναι σημάδι τῆς πιό μεγάλης παραφροσύνης τό ὅτι αὐτοί (οἱ εἰδωλολάτρες) πού εἶναι ἐπιρρεπεῖς στό νά εἰσάγουν τούς θεούς τους σέ ξύλα καί σέ βράχους καί σέ τιποτένια ξόανα, καί τούς κλείνουν ἐκεῖ μέσα σάν σέ δεσμωτήριο, νά νομίζουν ὅτι οὔτε κάνουν οὔτε λένε τίποτε ἀξιοκαταφρόνητο, ἐμᾶς δέ νά κατηγοροῦν γιατί λέμε ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό του, διά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ναό καί εὐεργέτησε μέ τόν τρόπο αὐτό τήν οἰκουμένη;
– Ἀλλά εἶναι κατηγορία αὐτή;
Γιατί ἄν εἶναι ὑποτιμητικό νά κατοικήσει ὁ Θεός μέσα σέ ἀνθρώπινο σῶμα, εἶναι πολύ χειρότερο νά κατοικήσει μέσα σέ βράχους καί σέ ξύλα, μάλιστα τόσο πιό πολύ ὑποτιμητικό ὅσο κατώτερα εἶναι σέ σύγκριση μέ τόν ἄνθρωπο ὁ βράχος καί τό ξύλο, ἐκτός βέβαια κι’ ἄν ἔχουν τή γνώμη πώς ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε κατώτεροι ἀπό τά ἄψυχα αὐτά ἀντικείμενα.
Γιατί αὐτοί τολμοῦν νά καταβιβάζουν τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ σέ γάτες καί σέ σκύλους, καί πολλοί αἱρετικοί σέ ἀκόμη κατώτερα ὄντα.
Ἐμεῖς ὅμως τέτοιο δέ λέμε, οὔτε θά ἀνεχόμασταν ποτέ νά ἀκούσουμε.
Ἐμεῖς μόνο τοῦτο ὁμολογοῦμε, ὅτι ὁ Χριστός ἔλαβε ἀπό παρθενική μήτρα Σῶμα ἅγιο καί καθαρό, ἀμόλυντο ἀπό κάθε ἁμαρτία καί ἐπανέφερε στήν πρώτη του κατάσταση τό δημιούργημά Του.
Ἀλλά ἐκεῖνοι καί οἱ Μανιχαῖοι, πού ἀσεβοῦν κατά τόν ἴδιο τρόπο μ᾿ αὐτούς, πιστεύουν ὅτι ὁ Θεός κατοικεῖ σέ σκύλους, πίθηκους καί ἄλλα ζῶα –ἀφοῦ ὑποστηρίζουν ὅτι ὅλα αὐτά ἔχουν ψυχή ἀπό τήν Θεϊκή οὐσία– καί δέ φοβοῦνται οὔτε ντρέπονται νά ὑποστηρίζουν γιά μᾶς αὐτά, λέγοντας πώς ἔχουμε ἀντιλήψεις πού δέ ταιριάζουν στό Θεό, γιατί δέν ἀνεχόμαστε οὔτε καί νά σκεφθοῦμε κάτι ἀπό αὐτά.
Ἐμεῖς ὅμως ὑποστηρίζουμε αὐτό πού ἔπρεπε καί ἅρμοζε στό Θεό, ὅτι δηλαδή ἀφοῦ ἦλθε κατά τόν τρόπο τῆς γεννήσεως αὐτῆς, ἀποκατέστησε τό δημιούργημά Του.
– Πές μου, λοιπόν, ἄνθρωπε, ποιά εἶναι ἡ γνώμη σου;
Ἐνῶ ἀπό τήν μία ὑποστηρίζεις πώς ἡ ψυχή τῶν φονιάδων καί τῶν μάγων προῆλθε ἀπό τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀπ᾿ τήν ἄλλη τολμᾶς νά μᾶς κατακρίνεις, ἐπειδή τίποτε ἀπό αὐτά δέν ἀνεχόμαστε, οὔτε ἀντέχουμε νά τό ἀκοῦμε νά λέγεται, ἀλλά καί θεωροῦμε ἀσεβεῖς ἐκείνους πού ἁπλῶς τά ἀναφέρουν.
Ἐμεῖς ὑποστηρίζουμε τοῦτο, ὅτι ὁ Θεός κατασκεύασε γιά τόν ἑαυτό Του Ναό ἀμόλυντο καί μέ τόν τρόπο αὐτό ἔφερε στή ζωή τή δική μας τό πολίτευμα τῶν οὐρανῶν.
– Καί πῶς δέν θά ἄξιζε νά τιμωρηθεῖτε μέ ἄπειρους θανάτους καί γιά τά ἐγκλήματα πού μᾶς κατηγορεῖτε καί γιά τίς ἀσέβειες πού συνεχίζετε νά διαπράττετε;
Γιατί ἄν, ὅπως ἰσχυρίζεσθε ἐσεῖς, εἶναι ἀνάρμοστο στό Θεό νά κατοικήσει σέ σῶμα καθαρό καί ἀμόλυντο, εἶναι πολύ πιό ἀνάρμοστο νά ἐνοικήσει στό σῶμα τοῦ μάγου, τοῦ τυμβωρύχου, τοῦ ληστῆ, τοῦ πιθήκου καί τοῦ σκύλου, καί ὄχι στό ἅγιο καί ἁγνό σῶμα πού τώρα κάθεται δεξιά τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης τοῦ Πατρός.
– Γιατί ποιά βλάβη ἤ ποιά προσβολή θά πάθαινε ὁ Θεός ἀπό τήν οἰκονομία αὐτή;
– Δέν βλέπετε αὐτόν ἐδῶ τόν ἥλιο τοῦ ὁποίου τό σῶμα εἶναι αἰσθητό καί φθαρτό καί μεταβλητό ἀντικείμενο, ἔστω κι’ ἄν ἀπείρως στενοχωροῦνται οἱ εἰδωλολάτρες καί οἱ Μανιχαῖοι μέ τό νά τά ἀκοῦνε αὐτά;
Καί ὄχι μονάχα ὁ ἥλιος, μά καί ἡ γῆ, καί ἡ θάλασσα, καί ὅλη γενικά ἡ ὁρατή φύση ὑπόκειται στή φθορά.
Ἄκουε τόν Παῦλο πού τό διακηρύττει μέ αὐτά τά λόγια: “Στή ματαιότητα ὑποτάχτηκε (ἡ κτίση), ὄχι μέ τή θέλησή της, ἀλλά ἐπειδή τήν ἀνάγκασε ἐκεῖνος πού τήν ὑπέταξε, μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀπελευθέρωσής της”, «τῇ γάρ ματαιότητι ἡκτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλά διά τόν ὑποτάξαντα, ἐπ᾿ ἐλπίδι» (Ρωμ. 8, 20).
Ἔπειτα γιά νά δηλώσει τί σημαίνει ἡ ὑποταγή στή ματαιότητα, πρόσθεσε: “Ὅτι καί αὐτή θά ἐλευθερωθεῖ ἀπό τή δουλεία τῆς φθορᾶς, γιά νά εἰσέλθει στήν ἔνδοξη ἐλευθερία τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ”,«ὅτι καί αὐτή ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπό τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τήν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 8, 21).
Ὥστε τώρα ἡ φύση εἶναι μεταβλητή, εἶναι φθαρτή. Γιατί ὅταν λέμε ὅτι ἕνα πράγμα εἶναι ὑποταγμένο στή φθορά, δέν ἐνοοῦμε τίποτε ἄλλο, παρά ὅτι εἶναι φθαρτό.
Ἀφοῦ λοιπόν ὁ ἥλιος, πού εἶναι σῶμα φθαρτό, ρίχνει παντοῦ τίς ἀκτίνες του καί ἐρχόμενος σέ ἐπαφή μέ βορβόρους, ἀκαθαρσίες καί μέ πολλά ἄλλα τέτοια πράγματα δέ χάνει τίποτε ἀπό τήν καθαρότητά του λόγω τῆς ἐπαφῆς του μέ τά σώματα αὐτά, ἀλλά καί πάλι ἀνακαλεῖ τίς ἀκτίνες του καθαρές, ἀφοῦ μεταδώσει ἀπό τή δική του λαμπρότητα σέ πολλά ἀπό τά ἀντικείμενα πού δέχτηκαν τίς ἀκτίνες του, χωρίς νά παίρνει οὔτε τό ἐλάχιστο ἀπό τή δυσωδία καί τήν ἀκαθαρσία, πολύ περισσότερο ὁ Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Κύριος τῶν ἀσωμάτων δυνάμεων, ὄχι μόνο δέ μολύνθηκε μέ τό νά προσλάβει καθαρή (ἀνθρώπινη) σάρκα, ἀλλά καί αὐτή τήν ἴδια τήν ἔκανε καθαρότερη καί ἁγιότερη.
Γνωρίζοντας, λοιπόν, ὅλα αὐτά κι’ ἔχοντας στόν νοῦ μας τούς λόγους ἐκείνους:
– «Θά κατοικήσω μέσα σ᾿ αὐτούς καί θά βαδίσω ἀνάμεσά τους» (Λευϊτ. 26, 12), καί ἀλλοῦ: “Ἐσεῖς εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ μέσα σας”,«οὐκ οἴδατε ὅτι ναός Θεοῦ ἐστε καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» (Α´ Κορ. 3, 16), ἄς ἀπαντᾶμε κι’ ἐμεῖς σέ κείνους καί ἄς ἀποστομώνουμε τούς ἀσεβεῖς.
Καί ἄς αἰσθανόμαστε χαρά γιά τά ἀγαθά μας δοξάζοντας τό Θεό γιά τήν τόσο μεγάλη συγκατάβαση, καί ἄς ἀποδώσουμε σ᾿ Αὐτόν, ὅσο μποροῦμε, τήν τιμή καί τήν ἀνταμοιβή πού τοῦ ἀξίζει.
Ἐμεῖς ὅμως καμιά ἀνταμοιβή δέν μποροῦμε νά δώσουμε στό Θεό παρά μόνο τή σωτηρία μας καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, καί τή φροντίδα μας γιά τήν ἀρετή”.
“Νά μήν ἐξοργίζουμε λοιπόν τό Θεό ἀντί νά συμφιλιωνόμαστε μαζί Του, ἀλλά νά ἐπιδεικνύουμε ὅλο μας τό ἐνδιαφέρον, ὅλη τή σεμνότητά μας καί τήν ψυχική μας γαλήνη καί νά προσερχόμαστε μέ προσευχή καί συντετριμμένη καρδιά γιά νά μπορέσουμε μ᾿ αὐτόν τόν τρόπο νά ἐξιλεώσουμε τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό.
Καί νά ἀποκτήσουμε τά ἀγαθά πού μᾶς ὑποσχέθηκε, μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν Ὁποῖο μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀνήκει ἡ δόξα, ἡ δύναμη καί ἡ τιμή, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἀμήν”.
Ἀδέλφια μου, ἄςμήν γινόμαστε ποτέ ἀχάριστοι πρός τόν Εὐεργέτη Κύριό μας, ἀλλά ἄς τοῦ προσφέρουμε –μέ δοξολογία σάν ἐκείνη τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων Του μέσα ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς– ὅλη μας τήν ἁγνή πίστη, μέ ἐλπίδα, μέ ἀγάπη, δείχνοντας τό δικό μας ἔλεος καί τή φιλοξενία τῆς ψυχῆς μας γιά νά ὑποδεχθεῖ Ἐκεῖνον.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί ἐπί γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία»!
«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν»!
- 12. Ἡ 25η Δεκεμβρίου ὡς ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων βάσει τῆς ἑρμηνείας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. https://www.impantokratoros.gr/
- 13. Ἰωάννης Φουντούλης, «Τά ἰουδαϊκά καί ἑλληνορωμαϊκά ἡμερολόγια καί οἱ χριστιανικές ἑορτές», Χριστιανική Λατρεία καί Εἰδωλολατρία (Πρακτικά ΣΤ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων), Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 11, Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος–Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, Ἀθήνα 2005, σελ. 278).
- 14. Ἡ καθιέρωση τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Ὁμιλία Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. https://www.imaik.gr/?p=4748
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2WldGra
Δείτε σχετικά:
– Η εκκλησιαστική καθιέρωση της εορτής των Χριστουγέννων την 25η Δεκεμβρίου (Α΄Μέρος, Β΄, Γ΄, Δ΄)