Επικαιρότητα
Αναμόρφωση εκπαίδευσης
26 Μαρ 2022
«Ἡ παιδεία μετάληψις ἁγιότητος ἐστι» Ἰωανν. Χρυσοστόμου
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Λάβαμε προς αποκλειστική δημοσίευση, στην ηλεκτρονική μας διεύθυνση infokatanixis@gmail.com, από φίλο της ιστοσελίδας μας το ακόλουθο άρθρο:
Συχνά αναρωτιόμαστε ή θα έπρεπε να μας απασχολεί η διάγνωση των αιτιών που οδήγησαν τους σύγχρονους Έλληνες στη σημερινή κατάσταση απαιδευσίας, αμάθειας, αλαζονικής και εγωιστικής υπερτροφίας του «εγώ» αντί του «εμείς», στον ηθικό εξευτελισμό και στην πολιτισμική παρακμή.
Και όπως κάθε λαός, που πορεύεται με φρόνηση, έπειτα από τη διάγνωση πρέπει να σκεφτούμε και να εφαρμόσουμε τη θεραπεία. Φτάσαμε στο σημείο να θεωρούμε αυτή την κατάσταση φυσιολογική, προκειμένου να μην χρειαστεί να διεξάγουμε αγώνα μεταβολής της. Αρκεί μόνο να ζήσει κανείς ελάχιστο χρονικό διάστημα σ’ ένα ελληνικό αστικό κέντρο για να αντιληφθεί το ύψος ή καλύτερα, το «βάθος το δυσθεώρητο» της διαστροφής μας. Το αξιοθρήνητο όμως της κατάστασης, είναι το γεγονός ότι η λύση είναι απλή και μπορούμε να την εκφράσουμε με τρεις μόνο λέξεις. Αναμόρφωση της εκπαίδευσης.
Aκούσαμε αρκετές φορές για αυτή την ανάγκη αναμόρφωσης, κυρίως από κύκλους που λόγω του «ανορθολογισμού» τους παραμένουν στο κοινωνικό περιθώριο, αλλά μέσα από την πορεία σπουδών μου στο Παιδαγωγικό Τμήμα, είδα ιδίοις όμμασι μια τριτοβάθμια εκπαίδευση, συρόμενη εν είδει όφεως να δαγκώνει την, ήδη ασθενική, ελληνική κοινωνία. Η μάχη εναντίον του αποπροσανατολισμού αξιών και ηθών, έχει χαθεί από τη στιγμή που το πανεπιστήμιο και δη το Παιδαγωγικό Τμήμα έχει μεταβληθεί από κοιτίδα παιδαγωγών σε φυτώριο δήθεν πολιτικής ορθότητας. Δεν θα αναλωθώ να αναλύσω σε αυτό το άρθρο την κατάσταση του Π.Τ, αλλά θα προσπαθήσω να θίξω τους άξονες που απαιτούν άμεση μεταρρύθμιση προκειμένου να σταματήσει η καταπόντιση της κοινωνίας μας.
«Πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη […] ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται» Πλάτων
Εν πρώτοις, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι η εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελεί μια τεχνοκρατική διαδικασία -όπως συμβαίνει σε αρκετές δυτικές χώρες με ιδιωτικό εκπαιδευτικό σύστημα- αλλά προϋποθέτει μια πολυδιάστατη, σφαιρική και ανθρώπινη ζύμωση, μέσω της οποίας η εκπαίδευση θα μετατραπεί σε Παιδεία, με την ευρεία έννοια της λέξης. Αυτό μας υποδεικνύει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ένας εκ των τριών ιεραρχών και πατέρων των ελληνικών γραμμάτων. Γράφει ο Άγιος Γρηγόριος ότι αποτελεί «Τέχνη τεχνῶν, καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, ἄνθρωπον ἄγειν[…]»,δηλαδή η παιδαγωγική διαδικασία. Και διερωτάται ρητορικώς, ο έτερος μέγας φωστήρ, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «Τί γὰρ ἴσον τοῦ ρυθμίσαι ψυχήν, καὶ διαπλάσαι νέου διάνοιαν;». Μιλώντας οι δύο αυτοί ιεράρχες, για ρύθμιση ψυχής, διάπλαση διάνοιας και επιστήμη επιστημών (η αγωγή), ορίζουν τη αξία και το πνεύμα που πρέπει να διαπνέει την παιδαγωγική διαδικασία, παραμερίζοντας κάθε ιδέα για στείρα γνωσιολογική διδασκαλία.
Εν συνεχεία παρατίθενται επιγραμματικά, κάποιες επί μέρους μεταρρυθμίσεις, που κατά τη γνώμη του γράφοντα θα θέσουν τις βάσεις αφενός για τον τερματισμό της αξιακής διολίσθησης, αφετέρου για την έναρξη μιας πολυδιάστατης, ανοδικής πορείας.
Καταρχάς, αποτελεί αδήριτη ανάγκη να εισαχθεί στο αναλυτικό πρόγραμμα όλων των τμημάτων του δημοτικού, του γυμνασίου και του λυκείου, η υποχρεωτική διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών, προσαρμοσμένη ασφαλώς στις δυνατότητες κάθε ηλικιακής βαθμίδας. Δεν νοείται διδασκαλία της Νέας Ελληνικής χωρίς να τίθενται πρώτα οι βάσεις της γλώσσας, οι οποίες προφανώς είναι τα Αρχαία. Η μη διδασκαλία των αρχαίων, τα οποία χρησιμοποιούμε καθημερινά χωρίς να το καταλάβουμε, οδηγεί στην οικοδόμηση ενός πύργου που είναι η γνώση των Ελληνικών, τοποθετώντας όμως στα θεμέλια άχυρα. Το αποτέλεσμα είναι η κατακρήμνιση του πύργου, τουτέστιν ο εκβαρβαρισμός μας. Όπως τα παιδιά έχουν την ικανότητα να μαθαίνουν εκ του μηδενός μια ξένη γλώσσα όπως τα αγγλικά ή άγνωστες έννοιες όπως είναι τα μαθηματικά, εύκολα θα μάθουν και βασικούς, απλούς κανόνες της γλώσσας που ομιλούν, ήτοι της Αρχαίας Ελληνικής. Εξυπακούεται ότι στις χαμηλότερες ηλικιακές ομάδες η διδασκαλία θα εφαρμοστεί με τρόπο τέτοιο ώστε να μην καταλήξουμε ξανά σε αυτό που αντιμετωπίζουν οι μαθητές του λυκείου διδασκόμενοι τα αρχαία, δηλαδή η στείρα αποστήθιση κανόνων.
Με επιστολή του ο Αδαμάντιος Κοραής στις 11/1/1828, μεταξύ άλλων επισημαίνει στον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια την ανάγκη να εφοδιαστούν «με τελείαν επιστήμην της Ελληνικής γλώσσης μόνης και μόλις ικανής να φυλάξει τα ήθη των αμόλυντα». Δεν υιοθετώ καμιά άποψη του Κοραή ο οποίος ήταν λάτρης του δυτικού πνεύματος και υποστηρικτής της μέσης οδού όσον αφορούσε το γλωσσικό ζήτημα, παρόλα αυτά η γλωσσική παρακμή συμβαδίζει με την ηθική και πολιτισμική παρακμή. Συνεπώς, αντί να μάχονται ορισμένοι να επιβάλουν την άποψη τους για μετάφραση και τέλεση των εκκλησιαστικών ακολουθιών στην Νέα Ελληνική για να τα καταλαβαίνει, δήθεν, ο απλός λαός, ας προσπαθήσουν να μάθουν αρχαία του απλού λαού από το δημοτικό. Περισσότερο θα τον ωφελήσουν. Ακόμα και ο ραγιάς, επί τουρκοκρατίας, μελετούσε από τα γεννοφάσκια του εκκλησιαστικά κείμενα στους ναούς και τα μοναστήρια προκειμένου να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της λευτεριάς στους αιώνες της σκλαβιάς.
Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι, τα Αρχαία Ελληνικά δεν πρέπει να εισαχθούν στο αναλυτικό πρόγραμμα ως απλά ένα επιπλέον διδασκόμενο μάθημα, αποκομμένο από τα Νέα Ελληνικά. Είναι απαραίτητο, αυτή η μεταρρύθμιση να συνοδευτεί από αναθεώρηση της διδακτέας ύλης αλλά και της μεθόδου διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών, ούτως ώστε να εξυπηρετηθεί ο απώτερος σκοπός που δεν είναι άλλος από τη πολύπλευρη καλλιέργεια της κοινωνίας. Μια τέτοια καλλιέργεια, θα ενισχύσει την προσπάθεια μακροπρόθεσμης, ηθικής επανορθώσεως, κοινωνικής αναπλάσεως και εθνικής εμψυχώσεως.
Η διδασκαλία των Νέων Ελληνικών, όπως έχει διαμορφωθεί, υστερεί σε δύο σημεία. Στη διδακτέα ύλη, η οποία πολλές φορές αποτελεί υποπόδιο των ποδών των εκάστοτε διοικούντων, καθώς και ο τρόπος διδασκαλίας της, ο οποίος έχει καταστεί μια ψυχοφθόρα, μηχανιστική και άνευ ουσίας διαδικασία καταδίωξης των θεμάτων των εξετάσεων. Όσο αφορά τη διδακτέα ύλη, η αναθεώρηση της καθίσταται επιβεβλημένη. Η ελληνική λογοτεχνική βιβλιογραφία περιέχει αναρίθμητα έργα τα οποία από μόνα τους μπορούν να διδάξουν υψηλές έννοιες στους μαθητές. Δεν μπορώ να αντιληφθώ τα κριτήρια επιλογής του μυθιστορήματος που διδάσκεται αυτή τη στιγμή στην γ’ λυκείου στην Κύπρο, αντί κάποιου έργου του Παπαδιαμάντη ή του Καρκαβίτσα. Η ελληνική ηθογραφία είναι ταυτόχρονα διδακτική και πολύ πιο προσιτή στον Έλληνα καθ’ ότι αντλεί θέματα από την απλή καθημερινότητα. Ας αφήσουμε στην άκρη ιδεολογικές σκοπιμότητες για το καλό της εκπαίδευσης, πριν να χαθεί κάθε ελπίδα.
Ακολούθως, η μεθοδολογία της διδασκαλίας είναι κάτι υποκειμενικό. Παρόλα αυτά παραθέτω κάποιες προτάσεις που αποδεδειγμένα αποφέρουν καρπούς. Δεν είναι δυνατόν, το μόνο που αποκομεί από τα Νέα Ελληνικά ένας τελειόφοιτος μαθητής να είναι αποστηθισμένα στοιχεία 3-4 κειμένων, απόψεις κριτικών επί μερικών ποιημάτων και μια ξερή ανάγνωση των χαρακτηριστικών ενός μυθιστορήματος. Ο μαθητής έχει ανάγκη από ελεύθερο γράψιμο, από πολυεπίπεδη ανάλυση κειμένων και ποιημάτων, καθώς και συνεχή σύγκριση των διαγνωστικών του με την ανατροφοδότηση του εκπαιδευτικού. Έχει ανάγκη να συζητήσει και να στοιχειοθετήσει την άποψη του και όχι να παλεύει για να μην παρεκκλίνει από την άποψη του κάθε κριτικού λογοτεχνίας ο οποίος ταυτίζει τον πρωταγωνιστή του «Καιόμενου» με τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου. Είναι κατανοητό ότι οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν στη διάθεση τους όσο χρόνο χρειάζονται και ότι η διαδικασία αξιολόγησης τους ωθεί στην εμπορευματοποίηση πληροφοριών αντί γνώσεων, παρόλα αυτά πρέπει να συμβάλουμε όλοι με μικρές αλλαγές προκειμένου αναχαιτίσουμε το χαμένο έδαφος της Γλώσσας.
«Η ιστορία είναι φιλοσοφία μέσω παραδειγμάτων» Θουκυδίδης
Εν συνεχεία, θα ήταν ευεργετικό να αναθεωρηθεί η ύλη της Ιστορίας των δύο πρώτων βαθμίδων της εκπαίδευσης, αφού αυτή διδάσκεται ακροθιγώς και χωρίς συνοχή, καταλήγοντας να μην εξυπηρετεί τον σκοπό της. Η ύλη της ιστορίας θα πρέπει να δομηθεί με τέτοιο τρόπο ούτως ώστε το βάρος να «μετακενωθεί» στις τρεις περιόδους της ελληνικής ιστορίας η οποία αντιμετωπίζεται με την ίδια ψυχρότητα που αντιμετωπίζεται και η υπόλοιπη παγκόσμια ιστορία. Το περιεχόμενο της διδασκαλίας της ιστορίας, επίσης πρέπει να αναθεωρηθεί στοχεύοντας στο να μάθουν οι μαθητές τις ρίζες αυτού του έθνους, τους αγώνες που διεξήγαγε για την ελευθερία του, καθώς και τις περιοχές τις οποίες απώλεσε (Βόρειος Ήπειρος, Μικρά Ασία, Πόντος, Κύπρος, Ανατολική Θράκη, Μοναστήρι, Γευγελή), επιτελώντας έτσι ένα έργο παραγωγής ελεύθερα σκεπτόμενων νέων. Αν οι αυριανοί πολίτες των δύο ελληνικών κρατών, Κύπρου και Μητροπολιτικής Ελλάδας, δεν γνωρίζουν τη σύνδεση τους με αυτόν τον τόπο και τις θυσίες που τον κράτησαν ελληνικό, πώς θα αγωνιστούν οι ίδιοι για να τον διατηρήσουν και να ανακτήσουν τα χαμένα εδάφη; Η βαθιά και αντικειμενική γνώση της ιστορίας απελευθερώνει ένα λαό από τα δεσμά της κομματοκρατίας και όλων όσοι παραχαράσσουν την ιστορία προς ίδιον όφελος.
«Ἡ παιδεία μετάληψις ἁγιότητος ἐστι» Ἰωανν. Χρυσοστόμου
Τελευταία αλλά και πιο σημαντική μεταρρύθμιση που πρέπει να πραγματοποιηθεί είναι η επαναφορά της θρησκείας στην εκπαιδευτική και καθημερινή ζωή των Ελληνόπουλων. Το μάθημα των θρησκευτικών στο ελληνικό σχολείο έχει παραμεληθεί όσο λίγα μαθήματα. Πλέον, η ώρα των θρησκευτικών αποτελεί ώρα χαλάρωσης για τους μαθητές, αφού και οι ίδιοι οι καθηγητές τους την αντιμετωπίζουν ως τέτοια. Δεν θα ξεχάσω ότι στην Γ’ γυμνασίου, έπρεπε να «μάθουμε» και να παπαγαλίσουμε ως διαγώνισμα το Σύμβολο της Πίστεως, σαν να ήταν ένα ποίημα, που και αυτό δεν θα έπρεπε να το παπαγαλίσουμε. Δεν μας εξήγησε ποτέ κανείς την ιστορία πίσω από το «Πιστεύω», δεν μας ανέλυσε ποτέ κανείς το τι λέμε όταν το διαβάζουμε και πόσο μάλλον, τη θεολογία που εκφράζει η κάθε λέξη του. Η ύλη θα πρέπει να επικεντρωθεί στην επεξήγηση της Θείας Λειτουργίας και των υπολοίπων Μυστηρίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ούτως ώστε τα παιδιά να μπορούν να καταλαβαίνουν τον λόγο που εκκλησιάζονται καθώς και τη σημασία των Μυστηρίων στη ζωή μας. Παράλληλα, θα πρέπει να καθιερωθεί μηνιαίος εκκλησιασμός για όλους τους μαθητές κάθε αρχή του μήνα, αποσκοπώντας έτσι στην προσέλκυση της Θείας Χάριτος αλλά και στο να δοθεί η ευκαιρία για εκκλησιασμό στα παιδιά που δεν την έχουν από το σπίτι τους.
Επίσης, είναι σημαντικό να υπάρχει τακτικά διαθέσιμος πνευματικός για κάθε σχολική μονάδα προκειμένου να δίνεται η ευκαιρία στα παιδιά να εξομολογούνται αλλά και να συζητούν τυχόν προβλήματα που τα ταλαιπωρούν. Πολλά παιδιά καταλήγουν σε ψυχιάτρους λόγω προβλημάτων που μπορεί να αντιμετωπίζουν, ενώ η επαφή τους με ένα πνευματικό θα τα ωφελούσε πραγματικά. Τέλος, ακολουθώντας τις συμβουλές του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, είναι άκρως ωφέλιμο για τα παιδιά, πέρα της εκκλησιαστικής και μυστηριακής ζωής, να ακούν την Αγία Γραφή (Η Αγωγή των Παιδιών, Ιωάνν. Χρυσοστόμου). Αυτό θα μπορούσε να γίνεται με παράλληλη επεξήγηση στα Νέα Ελληνικά αφού με την ισχύουσα διδακτέα ύλη, λανθασμένα οι μαθητές δεν διδάσκονται στο δημοτικό τα αρχαία, κάτι το οποίο προτείνεται να γίνει, στο παρόν κείμενο. Καρποφόρα θα είναι και η μελέτη πατερικών κειμένων τα οποία μπορούν να αποδίδονται στα νέα ελληνικά προς τους μαθητές με σκοπό να μένει σε αυτούς η ουσία, η οποία υπάρχει σε αφθονία στους λόγους των αγίων.
Υπάρχει ακόμη, ανάγκη μεταβολής της ίδιας της αντιμετώπισής μας έναντι καθημερινών ζητημάτων. Η ελληνική κοινωνία, αφομοιωμένη στον δυτικό τρόπο σκέψης και αντίληψης, εκφράζει και εκφράζεται από μια καταναλωτική μανία και μια απύθμενη προσκόλληση σε εφήμερες, φθαρτές, βιοτικές μέριμνες οι οποίες κρατούν προσηλωμένο το μυαλό στο ατομικό συμφέρον. Ο αθέμητος ανταγωνισμός και η αποξένωση από το κοινωνικό σύνολο, πλέον κυριαρχούν ως η μόνη φυσική κατάσταση, ειδικά στα αστικά κέντρα όπου οι πολίτες επιβιώνουν για να δουλεύουν. Ασφαλώς, για αυτό ευθύνονται διάφοροι παράγοντες οι οποίοι πηγάζουν κυρίως από οικονομικές κ.α ελίτ. Παρόλα αυτά, ως ένας πολιτισμός βαθιά ανθρωπιστικός οφείλουμε να αλλάξουμε. Αν στρέψουμε το ενδιαφέρον των παιδιών μας μέσω ερεθισμάτων και του παραδείγματος στην καλλιέργεια του πνεύματος, στην αγάπη και στην προσφορά προς τον πλησίον μας, καθώς και στην προσπάθεια «απομάκρυνσης» μας από κάθε έννοια υλισμού, τότε σίγουρα θα αποποιούμασταν την νοσηρή «ευρωπαϊκή» κουλτούρα που μας εισήχθη σταδιακά από την απελευθέρωση μας και έπειτα.
Εν τούτοις, το σχολείο δεν αποτελεί αυτόνομη πηγή παιδείας, ούτε η παιδεία είναι αποκλειστικό προνόμιο του σχολείου, αλλά η εκπαιδευτική μονάδα είναι ένας από τους κρίκους της αλυσίδας η οποία όταν είναι συμπληρωμένη συνιστά ένα σύστημα παιδείας. Σημαντικότατος κρίκος αυτής της αλυσίδας είναι επίσης η οικογένεια και το οικογενειακό περιβάλλον. Από το σπίτι πρέπει να ξεκινά κάθε καλό το οποίο επιβάλλεται να διδάσκεται δια του έμπρακτου παραδείγματος των γονέων. Μέσα στο σπίτι πρέπει να μάθει το παιδί τα χριστιανικά ήθη και τρόπο ζωής, τη νηστεία, την προσευχή, την αγάπη, τη διακονία, την προσοχή του λόγου και την αγάπη προς την πατρίδα, με απώτερο σκοπό να καταστεί εύφορο το έδαφος για να καρποφορήσει η σπορά του σχολείου.
Η ελληνική παιδεία χρειάζεται άμεσα συντονισμό. Δηλαδή, να δομηθεί μια ενιαία εκπαιδευτική πολιτική Κύπρου και Μητροπολιτικής Ελλάδας προκειμένου να ξεκινήσει από εκεί η συμπόρευση των δύο κρατών με ορθές βάσεις. Το κάθε εκπαιδευτικό σύστημα αντανακλά το πρόσωπο του κράτους. Γι’ αυτό, αφού Λευκωσία και Αθήνα είναι μέλη του ίδιου προσώπου, απαιτείται να υπάρξει και κοινή αντανάκλαση. Ενδεχομένως να μην γίνουν ποτέ τα εκπαιδευτικά βήματα που χρειάζονται για να βελτιωθεί αυτός ο τόπος. Οφείλουμε όμως όλοι να βελτιώσουμε πρώτα το σπίτι μας και το περιβάλλον γύρο μας μέσω του παραδείγματος μας. Μόνο έτσι θα επέλθει η σωτηρία αυτού του τόπου που για να βγει από τα δεινά που τον βασανίζουν πρέπει να αποδείξει στον Θεό τη θέληση του για εξιλέωση μέσω της μετάνοιας.
Π. Κ
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2WldGra