Επικαιρότητα
Χριστούγεννα και Άστρο της Βηθλεέμ
22 Δεκ 2019
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Η εμφάνιση του αστέρος, κατά την περιγραφή τόσο του Ευαγγελίου όσο και των απόκρυφων κειμένων, επηρέασε και την υμνογραφία της εκκλησίας, όπως και τη λαϊκή μούσα.
Τί σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γής ως άνθρωπος δι’
ημάς; έκαστον γάρ τών υπό σού γενομένων κτισμάτων, τήν
ευχαριστίαν σοι προσάγει, οι Άγγελοι τόν ύμνον, οι ουρανοί τόν
Αστέρα, οι Μάγοι τά δώρα, οι Ποιμένες τό θαύμα, η γή τό σπήλαιον,
η έρημος τήν φάτνην, ημείς δέ Μητέρα Παρθένον, ο πρό αιώνων
Θεός ελέησον ημάς. (Στιχηρό Ιδιόμελο του Εσπερινού των Χριστουγέννων)
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΒΗΘΛΕΕΜ
Του Χαράλαμπου Βουρουτζίδη
«Απ’ αυτού του αστέρος της λύσεως την αρχήν ποιησώμεθα. Ουδέ γαρ των πολλών εις ην ο αστήρ ούτος, μάλλον δε ουδέ αστήρ ην, αλλά δύναμις τις αόρατος εις ταύτην σχηματισθείσα την όψι».
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου: Εις την αγίαν του Χριστού γέννησιν. Λόγος Λδ΄.
Στις αγιογραφικές παραστάσεις των πρώτων χριστιανικών χρόνων, της εποχής των κατακομβών, η απεικόνιση της γεννήσεως του Θεανθρώπου και η προσκύνηση των μάγων αποτελούσαν δυο ξεχωριστά θέματα. Ο θεματικός αυτός διαχωρισμός διατηρήθηκε στην Βυζαντινή τέχνη, έστω και σε λίγα παραδείγματα, όπως π.χ. στα ψηφιδωτά της Μονής του Δαφνίου (11ος αιώνας) στα οποία η Γέννηση ιστορείται στο χώρο του σπηλαίου ενώ, έξω από αυτό, στέκονται τέσσερις Άγγελοι και οι ποιμένες. Οι ακτίνες ενός άστρου ως: «σύμβολο του νέου και Θείου Αστέρος» που είναι ο Ιησούς Χριστός, φωτίζουν νεογέννητο βρέφος.
Αυτό το γεγονός, το μόνο νέο στον κόσμο, ιστορείται και σε μικρογραφία κώδικα (χειρ. 2 τόμος 210) της Ιεράς Μονής του Αγίου Παντελεήμονα στο Άγιο Όρος, με την ίδια σχεδόν πλοκή και, μάλιστα, με την παράσταση του νιπτήρος στη βάση του σπηλαίου.
Έτσι, με την πάροδο του χρόνου, δημιουργήθηκαν τρεις διακριτοί τύποι του θέματος της Γεννήσεως του Χριστού.
Στον πρώτο, που αντιγράφει κατά γράμμα την ερμηνεία του Ευαγγελίου, οι αγιογράφοι παριστάνουν εκτός σπηλαίου την Παναγία Μητέρα, με το Χριστό στην αγκαλιά Της που, παιδάκι πια, ευλογεί τους μάγους, τους οποίους συνοδεύει Άγγελος Κυρίου.
Ο εικονογραφικός αυτός τύπος της γεννήσεως του Κυρίου έχει διάφορες παραλλαγές. Έτσι, σε εικόνα της προσκυνήσεως των μάγων της Ιεράς Μονής Χελανταρίου του Αγίου Όρους, η Παναγία κάθεται σε θρόνο με το Χριστό στην αγκαλιά της που, απλώνει τα χέρια Του για να πάρει τα δώρα των μάγων, χωρίς την παρουσία αγγέλου ή φωτεινού αστέρος. Αυτή η θεματική παράσταση είναι σύμφωνη με τα όσα συμπεραίνονται από τα γραφόμενα στο Β.16 του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου και, επίσης συνεπής με αυτά που ο ίδιος ευαγγελιστής παραδίδει: «Και ελθόντες είς την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ…» (Ματθ,Β.11).
Στον δεύτερο εικονογραφικό τύπο, η Παναγία ζωγραφίζεται καθιστή στο χώρο του σπηλαίου, με το Χριστό στη φάτνη, τους μάγους, τον αστέρα, τους αγγέλους και τους βοσκούς.
Στον τρίτο τύπο του θέματος της γεννήσεως του Χριστού, που ονομάζεται ανατολικός, εικονογραφούνται σε μια παράσταση, άσχετα από τη χρονική και τοπική απόστασή τους, όλα τα πρόσωπα και γεγονότα που σχετίζονται με τη Γέννηση του Θεανθρώπου. Χαρακτηριστικό αυτού του ζωγραφικού τύπου, είναι η παράσταση δίπλα στη φάτνη του Χριστού δυο ήμερων ζώων σύμφωνα με την προφητεία του Ησαΐα: «έγνω βούς τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός μου ου συνήκεν» (Ησ. 1,3). Επίσης, συνήθως στο κάτω μέρος της εικόνας, ζωγραφίζεται το λουτρό του Θείου Βρέφους. Η σκηνή του λουτήρος περιγράφεται στα απόκρυφα ευαγγέλια του Ιακώβου και Ματθαίου και παριστάνει δυο γυναίκες, που ο Ιωσήφ έφερε για να βοηθήσουν την Παναγία, τη μαία και τη Σαλώμη, να λούζουν στην κολυμπήθρα τον μικρό Χριστό.
Πάντως, η προσκύνηση των μάγων, όπως συμπεραίνεται από τα ευαγγελικά κείμενα, έγινε δυο χρόνια μετά τη γέννηση του Χριστού, σε χρόνο «όν ήκρίβωσε παρά τών μάγων» ( Ματ. Β.16) ο Ηρώδης’ το δε εκτάκτως λαμπρό σώμα στον ουρανό φάνηκε στα βάθη της ανατολής, πολύ μακριά από τη Βηθλεέμ και γι’ αυτό, όταν η προσκύνηση των μάγων ιστορείται θεματικά αυτόνομα, (όπως στα ψηφιδωτά της Μονής Δαφνίου) ο Χριστός ζωγραφίζεται ως παιδάκι και, όχι ως βρέφος.
Μετά την εικονομαχία, ο ζωγραφικός τύπος που επικράτησε παριστάνει τα δύο γεγονότα, τη γέννηση και την προσκύνηση των μάγων, που χρονικά απέχουν μεταξύ τους, ως σύγχρονα και στον ίδιο τόπο.
Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, η ένσαρκος παρουσία του Κυρίου στο ανθρώπινο γένος, εορταζόταν με μια ευρύτερου χαρακτήρα πανήγυρη, τα Επιφάνεια. Η εορτή των Επιφανείων υπονοούσε τη συναμφότερη ανάμνηση της Γεννήσεως και της Βαπτίσεως του Ιησού Χριστού.
Από τον Δ’ αιώνα η εορτή των Επιφανείων αποδίδεται αποκλειστικά στην Βάπτιση του Κυρίου και, από το 378 κράτησε η συνήθεια του ιδιαίτερου εορτασμού τής Θείας γεννήσεως. Η εορτή της γεννήσεως, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος σε λόγο του: «.. από μεν τους κατοίκους της Δύσεως προ πολλού γνωριζομένη προς ημάς δε κομισθείσα τώρα και όχι προ πολλών ετών, τόσον ανεπτύχθη διά μιας και τόσον έφερε καρπόν, όσον δεν είναι δυνατόν να ιδεί κανείς… επειδή οι μεν αυλόγυροι μας επληρώθησαν οι δε εκκλησία όλη στενοχωρείται από το πλήθος των προστρεξαμένων…».
Στην Μακεδονία και τη Θράκη, ο πανηγυρικός εορτασμός της ημέρας των Χριστουγέννων ήταν ενταγμένος στο εορτολόγιο της Εκκλησίας αρκετά νωρίτερα από το 378.
Όμως, τι οδήγησε τους μάγους Βαλτάσαρ, Μελχιόρ και Γκάσπαρ που, η χριστιανική τέχνη εικονίζει με την περσική στολή των ιερέων του Μίθρα και φρυγικό σκούφο, «τοσαύτην οδόν…, ούκ ανάγκη και βία, αλλά πειθοί καί αποκαλύψει;» (Χρ. MG 55,245).
Κατά τον Ευαγγελιστή Ματθαίο, όταν οι μάγοι πήγαν στον Ηρώδη ρωτώντας που γεννήθηκε ο βασιλεύς των Ιουδαίων, του είπαν ότι «είδομεν γάρ αυτού τόν αστέρα έν τή ανατολή καί ήλθομεν προσκυνήσαι αύτώ» (Ματ. Β.2). Στο απόκρυφο πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου, αφού επαναλαμβάνεται σχεδόν κατά λέξη το εδάφιο Β.2 του Ματθαίου, σε ερώτηση του Ηρώδη: «τί είδετε σημείον επί τόν γεννηθέντα Βασιλέα;» οι μάγοι απαντούν: «Είδομεν αστέρα παμμεγέθη λάμψαντα έν τοίς άστροις τούτοις καί αμβλύνοντα αυτούς ώστε τους αστέρας μή φαίνεσθαι».
Η εμφάνιση του αστέρος, κατά την περιγραφή τόσο του Ευαγγελίου όσο και των απόκρυφων κειμένων, επηρέασε και την υμνογραφία της εκκλησίας, όπως και τη λαϊκή μούσα.
Στο κοντάκιο της Χριστού Γεννήσεως, Ρωμανού του Μελωδού, η σκηνή της προσκυνήσεως των μάγων αρχικά γίνεται μέσα στο σπήλαιο, όπου η Παναγία Μητέρα: «ακούει των Μάγων* το βρέφος ζητούντων* ευθύς δε τούτοις* Τίνες υπάρχετε;* η κόρη εβόησεν*…». Οι μάγοι απαντούν στην Θεομήτορα: «Ακριβώς γαρ ημίν* ο Βαλαάμ παρέθετο* των ρημάτων τον νουν ων περ προεμαντεύσατο* ειπών ότι μέλλει* αστήρ ανατέλλειν* αστήρ σβεννύων* πάντα μαντεύματα… ως πάντων άστρων ποιητής* περί ου προεγράφη* εξ Ιακώβ ανατελλεί* παιδίον νέον, ο προ αιώνων Θεός».
Στο ποιητικά έξοχο αυτό κοντάκιο του Ρωμανού, συγκεράζονται και οι δυο εκδοχές της αγιογραφικής απεικόνισης της γεννήσεως του Χριστού. Στο δέκατο τροπάριο του κοντακίου, ο Χριστός απευθύνεται στη Μητέρα Του και τις λέει: «Νυν ουν δέξαι, σεμνή* δέξαι τους δεξαμένους με* εν αυτοίς γαρ είμι* ώσπερ εν ταις αγκάλαις σου*…Η δε ανοίγει* θύρας και δέχεται* των μάγων το σύστημα…».
Ο ιερός μελωδός Κοσμάς, στον πεζό κανόνα της γεννήσεως του Χριστού και στο τρίτο τροπάριο της Η ‘ ωδής ψέλνει: «… καί βασιλεύς σύν άστέρι όδηγών άστροπολούντας έλκει…» ενώ, στον ιαμβικό κανόνα στην γέννηση του Χριστού, που είναι ποίημα Ιωάννου του Δαμασκηνού, στο δεύτερο τροπάριο της Α’ ωδής ψέλνεται: «…έδειξεν άστήρ τόν πρό ηλίου Λόγον…» και βέβαια, είναι πάνδημα γνωστό το προοίμιο του κοντακίου, Ρωμανού του Μελωδού: «Η Παρθένος σήμερον τόν ύπερούσιον τίκτει…» που ψέλνεται, μετά την στ’ ωδή του ιαμβικού κανόνος του Δαμασκηνού στον Όρθρο των Χριστουγέννων και που, στην δεύτερή του περίοδο ψέλνει: «Μάγοι δέ μετά άστέρος όδοιπορούσι…».
Στη δημοτική ποίηση είναι ευρέως γνωστός ο στοίχος από τα κάλαντα τον Χριστουγέννων: «…άστρο λαμπρό τους οδηγεί χωρίς να λείψει ώρα…» που είναι επηρεασμένος από το κοντάκιο «Είς τήν Γέννησιν του Χριστού» Ρωμανού του Μελωδού.
Γιατί όμως, σε παραστάσεις της προσκυνήσεως των μάγων, όπως αυτές που ενδεικτικά αναφέραμε, αντί του φωτεινού αστέρος ζωγραφίζεται άγγελος;
Η απάντηση βρίσκεται στην ερμηνεία του φαινομένου, που έκαναν οι πατέρες της εκκλησίας. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στο υπόμνημά του στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου λέει: «Οτί ού τών πολλών είς ό άστήρ ούτος ην, μάλλον δέ ούδέ άστήρ ώς έμοιγε δοκεί, άλλά δύναμις τις άόρατος εις ταύτην μετασχηματισθείσα την όψιν… έπεί ούν (τους μάγους) ήγαγε καί έχειραγώγησε καί πρός τήν φάτνην έστησε ούκέτι δι’ άστρου άλλά δι’ άγγέλου λοιπόν αύτοίς διαλέγεται» (ΡG 57 64-66 ) Το ίδιο πιστεύω, για την υπόσταση του αστέρος, έχει και ο Γρηγόριος ο Νανζιανζηνός: «ότι δε ούκ άστήρ άλλά νοερά τις καί λογική ύπήρχε δύναμις ό τών μάγων καθοδηγητής».
Τους αγιογράφους της Ορθόδοξης Εκκλησίας θεωρείται βέβαιο ότι επηρέασε και Συριακό χειρόγραφο στο οποίο διαβάζουμε: «άγγελος άπεστάλη είς Περσίαν. Ούτος ύπό τήν μορφήν λάμποντος άστέρος ένεφανίσθη καί έφώτισεν όλην τήν γήν τής Περσίας… καί ώδήγησε τους βασιλείς τής Περσίας είς Ιεροσόλυμα».
Η ερμηνεία του φαινομένου αστέρος, από τους Πατέρες της Εκκλησίας, καθώς και τα απόκρυφα κείμενα, επηρέασαν την Αγιογραφική απόδοση της Ευαγγελικής περικοπής του Ματθαίου, θεματογραφία που δεν έχει εγκαταλειφθεί από τις αγιογραφικές Σχολές και στα μετά την άλωση χρόνια.
Η Εκκλησία, που με την αγιογραφία απέβλεπε στον συμβολισμό και όχι στην κατά γράμμα εξεικόνιση των γεγονότων, δέχθηκε να ζωγραφίζονται σε μια παράσταση, η γέννηση και προσκύνηση των μάγων, που άλλοτε οδηγούνται από έφιππο άγγελο και πορεύονται σε λαμπρό οίκημα στο οποίο η Παναγία Μητέρα, σε θρόνο καθισμένη έχει τον Χριστό στην αγκαλιά της, που δέχεται την προσφορά των δώρων και άλλοτε, υπό φωτεινού φαινομένου ή Αγγέλου οδηγούνται στην μικρή και ταπεινή φάτνη όπου φιλοξενείται ο Σωτήρας του Κόσμου.
Ιδιαίτερο εικονογραφικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ζωγραφική απόδοση του ιδιόμελου τροπαρίου από τον Μεγάλο Εσπερινό των Χριστουγέννων: «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι’ ημάς;».
Στο ερώτημα, η απάντηση δίνεται από τον ιερό υμνωδό: «Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει, οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε μητέρα Παρθένον. Ο προ αιώνων Θεός, ελέησον ημάς».