Επικαιρότητα
Τα όπλα του «Αοράτου Πολέμου» (Μέρος 40ον)
13 Μάι 2022
«Γιατί Αὐτός μέ τό νά εἶναι βίβλος ζωῆς, ὄχι μόνο διδάσκει τόν νοῦ μέ λόγια, ἀλλά καί μέ τό ζωντανό Του παράδειγμα ζεσταίνει τήν θέλησι» (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
Ἐπιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Μέρος 40ον
«Ἀδελφοί μου, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καί ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος Αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τήν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρός τό δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρός τάς μεθοδείας τοῦ διαβόλου» (Πρός Ἐφεσ. 6, 10-11)
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς λέγουν ὅτι κάθε πόλεμος τοῦ διαβόλου ἐναντίον τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ Χριστοῦ, ὀφείλεται σέ τρεῖς κυρίως λόγους:
– Στήν ἀμέλεια ἤ στήν ὑπερηφάνεια ἤ στό φθόνο τῶν δαιμόνων.
Ὁ πρῶτος λόγος εἶναι ἐλεεινός, ὁ δεύτερος λόγος εἶναι πανάθλιος, ἐνῶ ὁ τρίτος εἶναι ὄντως μακάριος. Ἐπίσης, ἡ φιληδονία εἶναι ἄλλη μία πανάθλια αἰτία τοῦ δαιμονικοῦ πολέμου.
Οἱ δαίμονες ἐνεργοῦν ὕπουλα καί πάντα μέ τρεῖς τρόπους: Πρῶτον ἀγωνίζονται νά μᾶς ἐμποδίσουν νά πράξουμε τό καλό. Δεύτερον ἀγωνίζονται νά νοθεύσουν τό ἀγαθό μας ἔργο, ὥστε νά μή γίνει κατά τρόπο θεάρεστο. Τρίτον πλησιάζουν τήν ψυχή μας καί τῆς ψιθυρίζουν ὅτι μέ τά ἔργα της εὐαρεστεῖ στόν Θεό, γιά νά τήν ρίξουν μέ τήν ὑπερηφάνεια.
Ἐνῶ ὅσοι ἀγωνιστές μέ τόν ταπεινό ἀγῶνα τους, δέν ὑποκύπτουν σέ κανέναν ἁμαρτωλό πειρασμό, τούς πολεμᾶ ὁ πειρασμός τῆς κατακρίσεως τῶν ἀδελφῶν τους.
Ὁ τρόπος ἀντιμετωπίσεως αὐτῶν τῶν πειρασμῶν τῶν δαιμόνων στήν πρώτη περίπτωση εἶναι ἡ συνεχής μνήμη τοῦ θανάτου, στήν δεύτερη περίπτωση εἶναι ἡ ὑποταγή στό Θεῖο θέλημα καί ἡ ἐξουθένωση καί στήν τρίτη περίπτωση εἶναι ἡ διαρκής αὐτομεμψία.
Ὁ Ὅσιος Νικόδημος, στό ἔργο του ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», γιά αὐτόν τόν «Ἀόρατον» Πόλεμο τοῦ Κυρίου ἐναντίον τοῦ διαβόλου, γράφει τά ἑξῆς:
“Τέλος πάντων γιά νά ἀποκτήσῃς τήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς καί νά μιμηθῇς τόν Χριστό σου σκέψου: (135)
Α´. Ὅτι ἡ ψυχή τοῦ Χριστοῦ ἔχοντας ὅλη της τήν προσοχή στόν Θεό Λόγο αἰσθανόταν ἔκπληξι ὅταν ἔβλεπε ἐκείνη τήν ἀκατανόητη καί ἄπειρη μεγαλειότητα, μπροστά στήν ὁποία ὅλα τά πράγματα τοῦ κόσμου εἶναι σάν ἕνα μηδέν, νά ὑποφέρῃ πάνω στή γῆ τόσες ἀτιμίες γιά τόν ἄνθρωπο –καί αὐτή μένει ἀκίνητη στήν δόξα της– ἀπό τόν ὁποῖον δέν δέχθηκε κάτι ἄλλο, παρά ἀπιστίες καί ὕβρεις.
Γιατί ὅσες ἀτιμίες καί ὕβρεις προξένησε ὁ ἄνθρωπος στήν ἀνθρωπότητα τοῦ Χριστοῦ, τίς ἔκανε σέ αὐτόν τόν Θεό Λόγο, μέ τόν ὁποῖον ἦταν ἑνωμένη κατά τήν ὑπόστασι.
Β´. Σκέψου ὅτι ὁ Θεός καί Πατήρ θέλησε καί παρεκίνησε τήν ψυχή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τοῦ Υἱοῦ Του, νά ὑποφέρῃ γιά μᾶς τά παρόμοια πάθη· δηλαδή ραπίσματα, βλασφημίες, μαστιγώσεις, ἀγκάθια καί στό τέλος τόν σταυρικό θάνατο, φανερώνοντας σ᾿ αὐτήν, ὅτι τοῦ ἀρέσει νά τήν βλέπῃ γεμάτη ἀπό κάθε εἴδους ὀνειδισμούς καί θλίψεις.
Γ´. Σκέψου βλέποντας μέ τόν φωτεινότατο νοῦ της, πόσο πολύ ἀρεστό εἶναι αὐτό στόν Θεό καί ἀγαπώντας μέ ἀπόλυτη ἀγάπη τήν Θεϊκή Του μεγαλειότητα, μόλις δέχθηκε τήν πρόσκλησι νά πάθη γιά τήν δική μας τήν ἀγάπη καί γιά τό δικό μας παράδειγμα, δέχθηκε μέ χαρά καί θέλησε πρόθυμα νά ὑπακούσῃ στό ἅγιο θέλημά Του.
Καί ποιός μπορεῖ νά περάσῃ μέ τόν λογισμό του μέσα σ’ ἐκεῖνες τίς βαθύτατες ἐπιθυμίες πού εἶχε γι᾿ αὐτό ἐκείνη ἡ ψυχή, ἡ πιό ἀγαθή καί πιό καθαρή ἀπό ὅλες! (136)
Αὐτή βρισκόταν ἐκεῖ σάν νά εἶναι μέσα σέ ἕναν λαβύρινθο ἀπό βάσανα, ζητώντας πάντοτε καί δέν εὕρισκε –ὅπως ἤθελε– νέους τρόπους καί νέους ὁδούς παθημάτων.
Καί γι᾿ αὐτό ἔδωσε ἐλεύθερα ὅλο της τόν ἑαυτό καί τίς ἀθωότατες σάρκες στήν σφαγή καί τόν κατασπαραγμό τῶν παρανόμων ἀνθρώπων καί τῶν δυνάμεων τοῦ Ἅδη, γιά νά κάνουν ἐκεῖνο πού θέλουν.
Δ´. Ὕστερα ἀπό αὐτά κοίταξε τόν Ἰησοῦ σου, πού μέ ἥμερα καί σπλαγχνικά μάτια στρέφεται πρός ἐσένα καί λέγει:
– «Νά, παιδί μου, πού γιά νά μή θελήσῃς νά ἀντισταθῇς λίγο στά πάθη σου, πού μέ ἔκαναν νά καταντήσω οἱ ἄτακτες ἐπιθυμίες σου, δές πόσο ὑποφέρω καί μέ πόση χαρά γιά τήν ἀγάπη σου, γιά νά σοῦ δώσω παράδειγμα ἀληθινῆς ὑπομονῆς!
Σέ παρακαλῶ, λοιπόν, παιδί μου γιά ὅλους μου τούς πόνους καί σύ θεληματικά νά σηκώσῃς αὐτόν τόν σταυρό καί κάθε ἄλλος πού θέλω, ἀφήνοντας τόν ἑαυτό σου στά χέρια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων πού σέ καταδιώκουν, στούς ὁποίους ἐγώ θά ἀνταποδώσω σύμφωνα μέ τήν τιμή σου καί κατά τοῦ σώματός σου.
– Ὤ καί νά γνώριζες πόσο θά χαιρόμουνα μέ αὐτό!
Καί αὐτό μπορεῖς νά τό δῇς στίς πληγές αὐτές τίς ὁποῖες δέχθηκα μέ ὑπερβολική χαρά, σάν πολύτιμα καί ἀγαπητά πράγματα γιά νά στολίσω μέ πολύτιμες ἀρετές τήν φτωχή σου ψυχή, πού εἶναι ἀγαπημένη ἀπό ἐμένα, περισσότερο ἀπό ὅλο ἐκεῖνο, πού δέν μπορεῖς νά ἐννοήσῃς!
Καί ἄν ἐγώ κατάντησα γιά σένα σέ τόσα πάθη, γιατί καί σύ, ἀγαπητή μου νύφη, νά μή θέλῃς νά πάθης κάτι, γιά νά θεραπεύσῃς τήν καρδιά μου καί νά γλυκάνης τίς πληγές πού μοῦ προξένησε ἡ ἀνυπομονησία σου, πού ἔδωσε μεγαλύτερη πίκρα ἀπό τίς δικές μου πληγές;».
Ε´. Σκέψου καλά ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού μιλάει μαζί σου μέ τόν τρόπο αὐτό καί θά ἰδῆς ὅτι εἶναι Αὐτός ὁ Βασιλιάς τῆς Δόξης, Χριστός ὁ ἀληθινός Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος!
Σκέψου καί τό μέγεθος τῶν βασάνων καί τῶν ὕβρεων πού δέν ἄξιζε νά γίνουν ἀκόμη καί στόν χειρότερο λῃστή τοῦ κόσμου!
Δές τόν Κύριό σου νά στέκεται ἀνάμεσα σέ τόσα βάσανα, ὄχι μόνο ἀκίνητος καί μέ θαυμάσια ὑπομονή, ἀλλά καί νά χαίρεται σάν νά ἦταν στούς γάμους Του!
Καί ὅπως μέ λίγο νερό ἀνάβει περισσότερο ἡ φωτιά, ἔτσι μέ τήν αὔξησι τῶν βασάνων, πού ἦταν μικρά μπροστά στήν τόσο πλούσια ἀγάπη του, περίσσευε ὅλο καί περισσότερο ἡ χαρά καί ἡ ἐπιθυμία νά ὑποφέρῃ μεγαλύτερα!
ΣΤ´. Σκέψου κατόπιν ὅλο ἐκεῖνο τό αἴτιο, γιά τό ὁποῖο ἔπαθε αὐτά ὁ σπλαγχνικώτατος Κύριος –ὄχι χωρίς τήν θέλησί Του, ἀλλά θεληματικά καί γιά τήν ἀγάπη Του πρός ἐσένα– ἦταν γιά νά γυμνάζεσαι καί σύ, μιμούμενος ἐκεῖνον, στήν ἀρετή τῆς ὑπομονῆς.
Γιά νά περνᾷς πιό μέσα σέ ἐκεῖνο πού Αὐτός θέλει ἀπό σένα καί στή χαρά πού θά σοῦ δώσῃ, ἄν ἀγωνίζεσαι στήν ἀρετή αὐτή, γιά νά σηκώσῃς ὄχι μόνο μέ ὑπομονή, ἀλλά καί μέ χαρά καί μέ θερμότατη ἀγάπη τό σταυρό σου καί κάθε ἄλλη θλίψι, γιά νά μιμηθῇς καλύτερα τόν Θεό σου, γιά νά τόν ἀναπαύσῃς περισσότερο.
Ἔτσι βάζοντας μπροστά στά μάτια σου τούς ὀνειδισμούς καί τίς πικρίες πού γεύθηκε γιά σένα ὁ Κύριός σου καί τήν καρτερία καί τήν ὑπομονή του, πρέπει νά αἰσθανθῇς αἰσχύνη καί ντροπή γιατί ὅλοι σου οἱ πόνοι καί οἱ θλίψεις καί καταφρονήσεις καί ὅλη σου ἡ ὑπομονή, μέ σύγκρισι ἐκείνων, δέν εἶναι ἀληθινή ὑπομονή, ἀλλά μία σκιά ὑπομονῆς.
Καί νά φοβηθῇς καί νά τρομάξης πού ἀκόμη ὑπάρχει μέσα στήν καρδιά σου ἕνας μικρός λογισμός νά μή θέλῃς νά ὑποφέρῃς γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου σου.
Αὐτός ὁ Ἐσταυρωμένος Κύριος, εἶναι, παιδί μου, τό βιβλίο πού σοῦ δίνω νά μελετᾷς συνέχεια, ἀπό τό ὁποῖο μπορεῖς νά μάθης τήν ἀληθινή εἰκόνα κάθε ἀρετῆς.
Γιατί Αὐτός μέ τό νά εἶναι βίβλος ζωῆς, ὄχι μόνο διδάσκει τόν νοῦ μέ λόγια, ἀλλά καί μέ τό ζωντανό Του παράδειγμα ζεσταίνει τήν θέλησι.
Ἀπό βιβλία εἶναι γεμάτος ὅλος ὁ κόσμος.
Ἀλλά παρά ταῦτα, δέν μποροῦν ὅλα μαζί τά βιβλία τόσο τέλεια νά σοῦ διδάξουν τόν τρόπο γιά νά μπορέσῃς νά ἀποκτήσῃς ὅλες τίς ἀρετές, ὅπως σέ διδάσκει ὁ Ἰησοῦς.
Σ᾿ αὐτόν τόν Ἐσταυρωμένο σέ συμβουλεύω, παιδί μου, νά προστρέχῃς καί νά τόν καταφιλῇς μέ δάκρυα καί νά τόν ἀγκαλιάζῃς μέ θέρμη κάθε φορά πού θά σέ δαγκάσουν τά νοητά φίδια τῶν δαιμονικῶν καί τῶν ἀνθρώπινων πειρασμῶν.
Καί σίγουρα θά γιατρευθῇς ἀπό τίς πληγές σου, ὅπως κάποτε καί οἱ Ἑβραῖοι γιατρεύονταν ἀπό τά δαγκώματα τῶν ἀληθινῶν φιδιῶν, ὅταν ἔβλεπαν πάνω στό ξύλο νά εἶναι κρεμασμένο τό χάλκινο φίδι, πού προτύπωνε τόν Κύριό μας, ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος:
– “Καί ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε στήν ἔρημο τό χάλκινο φίδι, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθῇ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε καθένας πού πιστεύει σ᾿ Αὐτόν νά μή χάνεται, ἀλλά νά ἔχῃ ζωή αἰώνια”, «καί καθώς Μωϋσῆς ὕψωσε τόν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τόν υἱόν τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 3, 14).
Γνώριζε καί αὐτό, παιδί μου, ὅτι ἐκεῖνοι πού ξοδεύουν πολλές ὧρες κλαίοντας κάθε πάθος τοῦ Κυρίου μας καί ἀναλογίζονται τήν ὑπομονή Του καί κατόπιν στίς δυστυχίες καί ἀσθένειες καί δοκιμασίες καί ἀτιμίες καί ὕβρεις πού τούς συμβαίνουν φαίνονται ἀνυπόμονοι.
Αὐτοί μοιάζουν μέ τούς δειλούς στρατιῶτες τοῦ κόσμου, πού πρίν ἀπό τήν μάχη κάτω ἀπό τά ἀντίσκηνα ὑπόσχονται μεγάλα πράγματα καί πολεμοῦν καί νικοῦν μόνοι τους· ὅταν ὅμως φανοῦν οἱ ἐχθροί, ἐγκαταλείπουν τά ὅπλα καί τρέπονται σέ φυγή.
– Ποιό πρᾶγμα μπορεῖ νά εἶναι πιό ἀνόητο καί χωρίς φρόνησι καί πιό καταγέλαστο, ἀπό τό νά ἀναλογίζεται κανείς τίς ἀρετές τοῦ Κυρίου καί νά τίς ἀγαπᾷ καί νά τίς θαυμάζῃ καί κατόπιν νά τίς λησμονῇ ἐντελῶς ἤ νά μή τίς τιμᾷ, ὅταν ἔλθη καιρός νά τίς ἐξασκήσῃ;”.
Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἐδῶ μᾶς συμβουλεύει πατρικά, κυρίως μέ τήν ταπείνωση καί πάντοτε μέσα ἀπό τήν πράξη μέ σοφά λόγια, ὡς ἑξῆς: «Καί ἄρχισε τό ἔργο, καί πολέμησε γιά νά νικήσῃς· καί βέβαια ἀπό αὐτά θά ἀποκτήσῃς τήν ὁλοκληρωτική ἐλπίδα στόν Θεό.
Μέ τά τέσσερα αὐτά ὅπλα ὁπλίσου, ἀδελφέ μου, σάν ὁπλισμό πολύ ἀσφαλῆ καί ἀναγκαῖο, γιά νά γίνῃς νικητής σέ αὐτόν τόν ἀόρατο πόλεμο καί γιά νά λάβης τό στεφάνι.
– Καί αὐτά εἶναι: Τό α΄ νά μήν ἐμπιστεύεσαι ποτέ τόν ἑαυτόν σου, τό β΄ νά ἔχῃς πάντα ὅλο σου τό θάρρος καί τήν ἐλπίδα στό Θεό, τό γ΄ νά ἀγωνίζεσαι πάντα· καί τό δ΄ νά προσεύχεσαι».
Ἀδελφοί μου, ἐμεῖς ἄς ζητήσουμε νά ἐνδυναμωθοῦμε ἀπό τόν Ἴδιο τόν Κύριο, ἄς ἐνδυθοῦμε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ἄς ἀντισταθοῦμε γιά νά δυνηθοῦμε κατά τήν ἡμέρα ἐκείνη τῆς πονηρίας, νά ἀναδειχθοῦμε νικητές.
Ἄς ἐργαστοῦμε μέσα ἀπό τήν ἰσχυρή δύναμη τοῦ Θεοῦ, γιά τήν κατάκτηση τῶν ἐπουρανίων ἀφθάρτων ἀγαθῶν, τῆς δικαιοσύνης, κι’ ἀκόμη αὐτῆς τῆς θεωρίας τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τόν Ψαλμό τοῦ Δαυΐδ: «Ἐγώ δέ ἐν δικαιοσύνῃ ὀφθήσομαι τῷ προσώπῳ Σου χ ο ρ τ α σ θ ή σ ο μ α ι ἐν τῷ ὀφθῆναι μοι τήν δόξαν Σου» (Ψαλμός 16, 15).
Ἀμήν, γένοιτο!
Συνεχίζεται…
- 135. Ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος» Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Ἀπόδοση στή νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος. Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος. http://users.uoa.gr https://www.imaik.gr
- 136. Ὅπως ἀπό τόν καπνό γνωρίζουμε τήν φωτιά, ἔτσι ἀπό κάποια ἐξωτερικά σημεῖα μποροῦμε νά καταλάβουμε ταπεινά τήν ἐσωτερική φωτιά τῆς ἀμέτρητης ἐπιθυμίας πού εἶχε ὁ Κύριος γιά νά πάθη· αὐτά ἐν συντομίᾳ εἶναι:
- Τό νά ἐλέγχῃ τόν Πέτρο καί νά τόν ὀνομάζῃ Σατανᾶ, διότι τόν ἐμπόδιζε νά πάῃ στά Ἱεροσόλυμα γιά νά μήν πάθη: “Πήγαινε πίσω μου Σατανᾶ, διότι δέν φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων”, «ὁ δέ στραφείς εἶπε τῷ Πέτρῳ· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων» (Ματθ. 16, 23)· ἡ ὑπερβολική στενοχώρια Του πρίν ἀπό τό πάθος, πότε δηλαδή νά ἔλθη ἡ ὥρα γιά νά πάθη· διότι αὐτό φανερώνει τό “ἔχω βάπτισμα γιά νά βαπτισθῶ, καί μέ κατέχει μία ἀνυπομονησία μέχρις ὅτου τελειώσει, «βάπτισμα δέ ἔχω βαπτισθῆναι, καί πῶς συνέχομαι ἕως οὗ τελεσθῇ!» (Λουκ. 12, 50).
- Τό νά ὀνομάζῃ τό πάθος καί τόν θάνατο ποτήριο, πρᾶγμα τό ὁποῖο, κατά τόν ἱερό Θεοφύλακτο δείχνει χαρά καί ἡδονή καί γιορτή, τήν ὁποία δέχονται αὐτοί πού πίνουν τό κρασί. “Τό ποτήριο πού μοῦ ὤρισε ὁ Πατέρας δέν θά τό πιῶ;”, «Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς τῷ Πέτρῳ· βάλε τήν μάχαιραν εἰς τήν θήκην· τό ποτήριον ὅ δέδωκέ μοι ὁ πατήρ, οὐ μή πίω αὐτό;» (Ἰωάν. 18, 11). Τό νά τρέχῃ τά μεσάνυχτα νά περνάῃ τόν χείμαρρο τῶν Κέδρων καί νά φροντίζῃ νά ἔλθη στόν Κῆπο, τόν ὁποῖο γνώριζε ὁ Ἰούδας καί νά δείχνῃ μέ αὐτό ὅτι θεληματικά ἔρχεται στό πάθος, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερός Χρυσόστομος· “Ἀφοῦ εἶπε αὐτά ὁ Ἰησοῦς, βγῆκε μαζί μέ τούς μαθητές Του καί πῆγαν στήν ἀπέναντι πλευρά τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων. Ἐκεῖ ἦταν ἕνας κῆπος, ὅπου μπῆκε ὁ Ἰησοῦς καί οἱ μαθητές Του. Αὐτόν τόν τόπο τόν γνώριζε καί ὁ Ἰούδας”, «ταῦτα εἰπών ὁ Ἰησοῦς ἐξῆλθε σύν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ πέραν τοῦ χειμάῤῥου τῶν Κέδρων, ὅπου ἦν κῆπος, εἰς ὅν εἰσῆλθεν αὐτός καί οἱ μαθηταί αὐτοῦ. ᾔδει δέ καί Ἰούδας ὁ παραδιδούς αὐτόν τόν τόπον, ὅτι πολλάκις συνήχθη καί ὁ Ἰησοῦς ἐκεῖ μετά τῶν μαθητῶν αὐτοῦ» (Ἰωάν. 18, 1-2). Τό νά βγαίνῃ μόνος Του νά λέῃ στούς στρατιῶτες ὅτι αὐτός εἶναι γιά νά τόν πιάσουν “ἐγώ εἶμαι”, «ἀπεκρίθησαν αὐτῷ· Ἰησοῦν τόν Ναζωραῖον. Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι» (Ἰωάν. 18, 5), ὅπως ἑρμηνεύει καί ὁ Σολομώντας στό Ἆσμα τό ἐθελούσιο πάθος τοῦ Κυρίου καί εἶπε ἐκ μέρους του: “Θά πορευθῶ στό βουνό τῆς Σμύρνης”, «ἕως οὗ διαπνεύσῃ ἡμέρα καί κινηθῶσιν αἱ σκιαί, πορεύσομαι ἐμαυτῷ πρός τό ὄρος τῆς Σμύρνης καί πρός τόν βουνόν τοῦ Λιβάνου» (Ἆσμα 4, 6), δηλαδή τοῦ θανάτου καί τῆς νεκρώσεως, γιατί τέτοιο ἔγινε τό ὄρος τοῦ Γολγοθᾶ σύμφωνα μέ τήν ἑρμηνεία τοῦ Νύσσης, τοῦ Μαξίμου καί τοῦ Νείλου. Τό νά ἔχῃ χαρούμενα τά μάτια ὅταν κρεμόταν πάνω στό Σταυρό, σύμφωνα μέ ἐκεῖνο τοῦ Ἰακώβ· “Χαρούμενα εἶναι τά μάτια του ἀπό τό κρασί”, «χαροποιοί οἱ ὀφθαλμοί αὐτοῦ ἀπό οἴνου, καί λευκοί οἱ ὀδόντες αὐτοῦ ἤ γάλα» (Γένεσις 49, 12) κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Κυρίλλου.
Μέ ἰδιαίτερο ὅμως τρόπο καί ἔμφασί μᾶς δείχνουν τήν ἄπειρη ἀγάπη καί ἐπιθυμία πού εἶχε ὁ Χριστός νά πάθη καί νά παθαίνῃ πάντοτε γιά μᾶς αὐτά τά δυό· α) ἡ παράδοσις τῶν Θείων Μυστηρίων, στά ὁποῖα μυστηριακά καί πνευματικά πεθαίνει πάντοτε καί παθαίνει ἀλλά καί ἀνασταίνεται ὁ Χριστός· β´) ἡ ἱστορία πού ἀναφέρει ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης στήν ἐπιστολή του πρός Δημόφιλο· διότι λέγει ὅτι ὁ Ἀπόστολος Κάρπος ὄντας στήν Κρήτη, λυπόταν καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά κολάσῃ ἕναν ἀσεβῆ, πού ἕναν Χριστιανό τόν ὡδήγησε στήν πλάνη καί τήν ἀσέβεια. Ἐκεῖ λοιπόν πού προσευχόταν κατέβηκε ὁ Κύριος μέ πλῆθος ἀπό ἀγγέλους καί ἀφοῦ τοῦ ἅπλωσε τό δεξί Του χέρι, τοῦ εἶπε νά τόν χτυπᾷ· γιατί παρόλο πού οἱ ἄνθρωποι τόν Σταυρώνουν καί γι᾿ αὐτό κολάζονται, αὐτός εἶναι ἕτοιμος νά πεθάνη γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων πολλές φορές· «χτύπησέ με λοιπόν διότι καί πάλι εἶμαι ἕτοιμος νά πεθάνω γιά ἀνθρώπους πού πάλι θέλουν νά σωθοῦν, καί αὐτό μοῦ εἶναι ἀγαπητό, ἀφοῦ δέν θά ὑπάρχουν ἄλλοι ἄνθρωποι νά ἁμαρτάνουν».
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2WldGra