Επικαιρότητα
Ωδή τετάρτη [XIV] Εις Σάμον
6 Νοέ 2020
Σα να γράφτηκε σήμερα…
Ποίημα του Ανδρέα Κάλβου*
Με αφορμή τη στέρηση ελευθερίας, ενθυμούμενοι την ένδοξη ιστορία μας, χωρίς άλλο σχόλιο, αναδημοσιεύουμε την τετάρτη ωδή από τη Συλλογή “ΩΔΑΙ” του Ανδρέα Κάλβου, με τίτλο “Εις Σάμον”
Ωδή τετάρτη [XIV] Εις Σάμον
α΄
Όσοι το χάλκεον χέρι
βαρύ του φόβου αισθάνονται,
ζυγόν δουλείας, ας έχωσι·
θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία.
β΄
Αυτή (και ο μύθος κρύπτει
νουν αληθείας) επτέρωσε
τον Ίκαρον· και αν έπεσεν
ο πτερωθείς κι επνίγη
θαλασσωμένος·
γ΄
Αφ’ υψηλά όμως έπεσε,
και απέθανεν ελεύθερος.—
Αν γένεις σφάγιον άτιμον
ενός τυράννου, νόμιζε
φρικτόν τον τάφον.
δ΄
Μούσα το Ικάριον πέλαγος
έχεις γνωστόν. Νά η Πάτμος,
νά αι Κορασσίαι, κι η Κάλυμνα
που τρέφει τας μελίσσας
με αθέριστα άνθη.
ε΄
Νά της αλόης η νήσος,
και η Κως ευτυχεστάτη,
ήτις του κόσμου εχάρισε
τον Απελλήν και αθάνατον
τον Ιπποκράτην.
ς΄
Ιδού και ο μέγας τρόμος
της Ασίας γης, η Σάμος·
πλέξε δι’ αυτήν τον στέφανον
υμνητικόν και αιώνιον
λυρική κόρη.
ζ΄
Αυτού, ενθυμάσαι, εγέμιζες
του τέιου Ανακρέοντος
χαρμόσυνον κρατήρα,
κι έστρωνες διά τον γέροντα
δροσόεντα ρόδα.
η΄
Αυτού, του Ομήρου εδίδασκες
τα δάκτυλα να τρέχουσι
με την ωδήν συμφώνως,
όταν τα έργα ιστόρει
θεών και ηρώων.
θ΄
Αυτού, τα χρυσά έπη
εμψύχωνες εκείνου,
δι’ ού τα νέφη εσχίσθησαν
και των άστρων εφάνηκεν
η αρμονία.
ι΄
Ω κατοικία Ζεφύρων,
όταν αλλού του ηλίου
καίουν τα βουνά οι ακτίνες,
ή τον χειμώνα η νύκτα
κόπτει τας βρύσεις·
ια΄
Εσύ ανθηρόν το στήθος σου,
φαιδρόν τον ουρανόν
έχεις, και από τα δένδρα σου
πολλή πάντοτε κρέμεται
καρποφορία.
ιβ΄
Καθώς προτού νυκτώσει,
μέσα εις τον κυανόχροον
αιθέρα, μόνος φαίνεται
λάμπων γλυκύς ο αστέρας
της Αφροδίτης.
ιγ΄
Καθώς μυρτιά υπερήφανος
απ’ άνθη φορτωμένη
και από δροσιάν αστράπτει,
όταν η αυγή χρυσόζωνος
την χαιρετάει·
ιδ΄
Ούτω το κύμα Ικάριον
κτυπούσα η βάρκα, βλέπει
σε εις τα νησία ανάμεσα
λαμπράν και υψηλοτάτην,
και αγαλλιάζει.
ιε΄
Τί εγίνηκαν οι ημέραι,
ότε εις τας κορυφάς
του Κερκετέως δενδρόεντος
εχόρευον οι τέχναι
στεφανωμέναι.
ις΄
Έρχονται, ω μακαρία
νήσος, έρχονται πάλιν·
το προμηνύουσι τ’ άντρα σου
φλογώδη, εξ ών μυρίαι
μάχαιραι εκβαίνουν.
ιζ΄
Ως οι σφήκες μαζώνονται
επί τα ολίγα λείψανα
σπαραγμένης ελάφου,
ή ταύρου οπού εκατάντησε
δείπνον λεαίνης,
ιη΄
Αλλ’ αν βροντήσει εξαίφνης,
πετάουν ευθύς και αφήνουσι
την ποθητήν τροφήν,
υπό τα δένδρα φεύγουσαι
και υπό τους βράχους·
ιθ΄
Ούτως, εις τα παράλια
ασιατικά, τα πλήθη
αγαρηνά αναρίθμητα
βλέπω να επισωρεύονται,
όμως ματαίως.
κ΄
Σάλπιγγα μεγαλόφθογγος
«οι Σάμιοι», κράζει, «οι Σάμιοι»,
και ιδού τα πόδια τρέμουσι
μυρίων ανδρών και αλόγων
θορυβουμένων.
κα΄
«Οι Σάμιοι»· —και εσκορπίσθησαν
των απίστων αι φάλαγγες.—
Α, τί, ω δειλοί, δεν μένετε
να ιδείτε, αν το σπαθί μας
κοπτερόν είναι;
κβ΄
Έρχονται, πάλιν έρχονται
χαράς ημέραι, ω Σάμος·
το προμηνύουν οι θρίαμβοι
πολλοί και θαυμαστοί,
που σε δοξάζουν.
κγ΄
Νήσος λαμπρά ευδαιμόνει·
ότε η δουλεία σε αμαύρωνε,
σ’ είδον· άμποτε νά ’λθω
να φιλήσω το ελεύθερον
ιερόν σου χώμα.
κδ΄
Εάν φιλοτιμούμεθα
να την ξαναποκτήσομεν
μ’ ίδρωτα και με αίμα,
καλόν είναι το καύχημα
της αρχαίας δόξης.
- * Ο Ανδρέας Κάλβος (Απρίλιος 1792 – 3 Νοεμβρίου 1869) ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές.
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2