Αφιερώματα
Παιδικό συναξάρι Αγίου Ευλογίου του ξενοδόχου
27 Απρ 2024
της Ε.Ζ.
Ένας φιλόξενος και ευσπλαχνικός Άγιος
Στις 27 Απριλίου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Αγίου Ευλογίου του Ξενοδόχου.
Ο Άγιος Ευλόγιος έζησε στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου στα χρόνια που ο Χριστιανισμός απλώνονταν συνεχώς. Έχοντας ως πρότυπο τον Πατριάρχη Αβραάμ, ξεχώρισε για την ελεημοσύνη και την φιλοξενία του και γι’ αυτό ονομάστηκε Ξενοδόχος.
Ο Αβραάμ φιλοξενούσε τους ξένους ξοδεύοντας από την περιουσία του και υπηρετώντας τους ο ίδιος. Ο Ευλόγιος όμως δεν είχε καμιά περιουσία. Έτσι αναγκάζονταν να κάνει την βαριά δουλειά του λατόμου, να κόβει δηλαδή πέτρες, για να μπορεί να ζει αυτός και οι φιλοξενούμενοί του.
Ό,τι έβγαζε από την δουλειά του κάθε μέρα το ξόδευε στην φιλοξενία χωρίς να κρατάει τίποτα για την επόμενη μέρα ακολουθώντας τα λόγια του Κυρίου μας «Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πουλιά που δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει· εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ’ αυτά;»
Κάποτε ο Αββάς Δανιήλ έφυγε από τη σκήτη της Θηβαΐδας με τον μαθητή του. Όταν έφτασαν στην πόλη, καθόντουσαν στην αγορά όλη μέρα λυπημένοι και περίμεναν να στείλει βοήθεια ο Κύριος. Όταν νύχτωσε φάνηκε εκεί ένας γέροντας, ο Ευλόγιος, που αναζητούσε φτωχούς για να τους φιλοξενήσει στο σπίτι του. Βλέποντας έτσι τον Αββά Δανιήλ τον προσκύνησε και τον καταφίλησε κλαίγοντας.
Ο Ευλόγιος τους χαιρέτησε και τους πήρε μαζί με άλλους φτωχούς στο σπιτικό του. Τους έπλυνε τα πόδια και τους φιλοξένησε πλουσιοπάροχα όπως συνήθιζε.
Όσα κομμάτια ψωμιού περίσσεψαν, τα έδωσε στους σκύλους να τα φάνε κρατώντας την υπόσχεση να μην κρατάει τίποτα για την επόμενη μέρα.
Αφού τελείωσαν το φαγητό συζητούσαν όλο το βράδυ ωφέλιμες συζητήσεις για την ψυχή τους. Όσο διαρκούσαν αυτές οι κατανυκτικές συζητήσεις ο Άγιος Ευλόγιος συγκινούνταν πολύ και έκλαιγε.
Την επόμενη μέρα ο μαθητής παρακάλεσε τον Όσιο Δανιήλ: «Ποιος ήταν Όσιε δάσκαλέ μου αυτός ο φιλόξενος γέροντας;»
Ο Όσιος Δανιήλ του απάντησε: Αυτός ήταν ο Ευλόγιος. Είναι ένας φτωχός πετροκόμος που έχει αυτή την ευλογημένη συνήθεια. Παρά την βαριά του αυτή δουλειά, νηστεύει όλη μέρα. Όσα χρήματα του δίνουν κάθε μέρα για την εργασία του τα ξοδεύει το απόγευμα για να φιλοξενεί τους ξένους και τους φτωχούς. Τώρα είναι εκατό χρονών και ο Θεός του δίνει δύναμη για να συνεχίζει αυτό το δύσκολο και φιλεύσπλαχνο έργο που έχει αναλάβει.
Το θαυμάσιο είναι μάλιστα πως αυτό το κάνει από νέος. Εγώ εδώ και σαράντα χρόνια ερχόμουν στην πόλη να πουλήσω τα εργόχειρα μου και με φιλοξενούσε μαζί με άλλους πτωχούς όπως κάνει πάντα.
Άκου όμως την ιστορία που θα σου διηγηθώ. Τον Ευλόγιο από τότε τον είχα συμπαθήσει πολύ. Έτσι μια μέρα σκέφτηκα να νηστέψω και να προσευχηθώ για πολλές βδομάδες στον Κύριο, να του δώσει πολύ πλούτο για να μπορεί να συνεχίσει το φιλανθρωπικό του έργο.
Την εικοστή μέρα της νηστείας μου που σερνόμουν στο έδαφος από την πείνα, είδα μπροστά μου έναν ένδοξο και σεβάσμιο άνθρωπο να με ρωτάει: «Τι έχεις Δανιήλ;».
Εγώ του απάντησα: «Υποσχέθηκα στον Κύριο να μην φάω τίποτα μέχρι να ακούσει τις προσευχές μου να πλουτίσει ο Ευλόγιος για να μπορεί να βοηθάει περισσότερους φτωχούς».
Μου απάντησε τότε ο σεβάσμιος αυτός άνθρωπος: «και τι σε νοιάζει εσένα τι θα κάνει ο Ευλόγιος;»
«Για να δοξαστεί το όνομα του Πανάγαθου Θεού» είπα εγώ.
Ο Κύριος τότε μου απάντησε: «Αν θες να του δώσω πλούτο γίνε εγγυητής ότι θα σωθεί η ψυχή του και θα κάνω ότι μου πείς».
Εγώ τότε σαν ασύνετος που είμαι είπα: «Θα απολογηθώ για την ψυχή του την ώρα της κρίσεως». Τότε συλλογίστηκα πως βρέθηκα στην Δευτέρα παρουσία του Χριστού, και ένας νέος καθόταν στην πλάκα του μνήματος και δεξιά του βρίσκονταν ο Ευλόγιος. Τότε με ρώτησε: «Εσύ είσαι που εγγυήθηκες για τον Ευλόγιο;»
«Ναι Κύριε, εγώ είμαι, απάντησα»
Είδα τότε δυο νέους να πληρώνουν με ασημένια αργύρια για την ψυχή του Ευλόγιου. Από αυτό το όραμα λοιπόν κατάλαβα ότι ο Θεός άκουσε την προσευχή μου. Και πράγματι, λίγες μέρες μετά εκπληρώθηκε αυτό που ζήτησα.
Μια μέρα, καθώς ο Ευλόγιος έκοβε τις πέτρες, όπως συνήθως, χτύπησε μια πέτρα και ακούστηκε ένας περίεργος ήχος από κάτω
«ΝΤΟΥΚ»
Ο Ευλόγιος τότε απόρησε «Μα τι να ναι αυτός ο ήχος; Δεν ακούγονται έτσι οι πέτρες όταν τις χτυπάω…»
Σήκωσε τότε την πέτρα με τον περίεργο ήχο και τι να δει! Ένα κούφωμα γεμάτο χρυσό!
Βλέποντας έτσι ξαφνικά τόσο χρυσό ο Ευλόγιος σκέφτηκε αμέσως «Πρέπει να βρω γρήγορα ένα μέρος να κρύψω όλο αυτό το χρυσάφι. Αν το δει ο αφέντης του τόπου είμαι χαμένος! Θα το πάρει όλο δικό του!»
Αποφάσισε λοιπόν να πάει στο Βυζάντιο να μείνει εκεί το υπόλοιπο της ζωής του ως άγνωστος. Παράτησε λοιπόν το φιλανθρωπικό του έργο και παίρνοντας όλο το χρυσό μαζί του έφυγε στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί έκανε πολλές αγορές και τον ψήφισαν έπαρχο της πόλης. Αγόρασε ένα μεγάλο και πολυτελές σπίτι και ζούσε αμέριμνα, έχοντας ξεχάσει εντελώς την φιλοξενία στους ξένους και τους φτωχούς.
Μετά από δυο χρόνια, είδα και πάλι ένα όραμα με τον ίδιο νέο που είχα δει την πρώτη φορά. Αυτή τη φορά όμως είδα έναν Αιθίοπα να σέρνει τον Ευλόγιο δεμένο.
Όταν ξύπνησα κατάλαβα τι ήθελε να μου δείξει ο Θεός με αυτό το όραμα και είπα γεμάτος θλίψη και τρόμο για το κακό που προκάλεσα από την άγνοιά μου «Αλίμονο μου που κόλασα την ψυχή μου με την εγγύηση που έδωσα !»
Όταν πήγα στην πόλη για να πουλήσω το εργόχειρό μου ρώτησα τον κόσμο αν ξέρουν κάτι για τον Ευλόγιο. Μου είπαν τι είχε συμβεί και κατάλαβα πως ότι είδα στο όραμα ήταν αληθινό. Τότε λυπήθηκα πολύ και σκέφτηκα αμέσως: «Πρέπει να πάω γρήγορα στην Κωνσταντινούπολη να τον βρω!»
Πήγα λοιπόν εκεί και άρχισα να αναζητώ το σπίτι του. Ψάχνοντας πολλές ώρες τελικά το βρήκα. Περίμενα έξω από την πόρτα του σπιτιού και τον είδα να βγαίνει υπερήφανα με μια μεγάλη συνοδεία υπηρετών. Τότε του φώναξα « Κύριε σας παρακαλώ ακούστε αυτό που έχω να σας πω. Είναι ένα πολύ σημαντικό μυστικό!».
Ο Ευλόγιος με αγνόησε και δεν απάντησε ενώ οι υπηρέτες του με κοροϊδέψαν και με έδειραν. Έτσι, έμεινα στεναχωρημένος έξω από το σπίτι του για τέσσερις εβδομάδες. Σκέφτηκα πως μόνο στην βοήθεια του Θεού μπορώ να ελπίζω.
Γονάτισα μπροστά από την εικόνα του Χριστού και προσευχόμουν κλαίγοντας: «Κύριε σε παρακαλώ απάλλαξέ με από την εγγύηση που έδωσα γιατί ο άθλιος δεν ξέρω τι να κάνω!»
Αφού προσευχόμουν για πολλές ώρες αποκοιμήθηκα από την κούραση. Είδα τότε στον ύπνο μου πλήθος κόσμου να τρέχει και μια φωνή ακούστηκε να λέει: «Έρχεται η Βασίλισσα! Ελάτε όλοι να προσκυνήσετε!»
Ακούγοντάς το αυτό φώναξα προς την Βασίλισσα: «Δέσποινα σε παρακαλώ λυπήσου με και απάλλαξέ με από την εγγύηση που έκανα για τον Ευλόγιο!»
Η Κυρία Θεοτόκος μου απάντησε: «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω με αυτό. Προσπάθησε να τον κάνεις και πάλι όπως πριν».
Μόλις ξύπνησα έτρεξα πάλι στο σπίτι και περίμενα τον Ευλόγιο. Όταν βγήκε έτρεξα από πίσω του και του φώναξα να με ακούσει. Ο θυρωρός όμως έτρεξε κατά πάνω μου και με έδειρε τόσο που με άφησε σχεδόν μισοπεθαμένο.
Από τότε κατάλαβα πως μόνο στον Θεό μπορώ να ελπίζω και γύρισα πίσω στην Σκήτη με ένα πλοίο. Καθώς πλέαμε προς την Αλεξάνδρεια, αποκοιμήθηκα και είδα πάλι μια οπτασία. Βρισκόμουν στην Αγία Ανάσταση και ο νέος ήταν και πάλι εκεί αλλά με κοιτούσε με ένα άγριο βλέμμα και μου είπε: «Γιατί ανόητε δε κάνεις αυτό που υποσχέθηκες;»
Εγώ έτρεμα από τον φόβο μου και δεν μπορούσα ούτε το στόμα μου να ανοίξω να μιλήσω. Τότε πρόσταξε να μου δέσουν τα χέρια πισώπλατα και να με κρεμάσουν σαν κατάδικο και είπε με δυνατή φωνή: «Εσύ ήθελες να φανείς πιο διακριτικός από εμένα και θα πλούτιζες τον Ευλόγιο;! Μάθε λοιπόν με αυτή την τιμωρία, να μην ξανακάνεις κάτι που είναι πάνω από τις δυνάμεις σου!»
Καθώς λοιπόν με κρέμαγαν οι υπηρέτες είδα την Παναγία να έρχεται στο μέρος που βρισκόμασταν. Εγώ αμέσως με ταπείνωση και δάκρυα την παρακάλεσα: «Σπλαχνίσου με Δέσποινα τον ταλαίπωρο και γλίτωσέ με από την εγγύηση του Ευλογίου».
Εκείνη τότε πήγε μπροστά στον Δεσπότη Χριστό, ασπάστηκε τα πόδια Του και Τον παρακάλεσε να με συγχωρέσει. Ο Κύριος άκουσε την παράκληση της μητέρας Του και δέχτηκε.
Έτσι στράφηκε προς τα εμένα και μου είπε: «Πρόσεχε να μην ξανακάνεις τέτοιο λάθος!»
Εγώ απάντησα: «Συγχώρεσε με Κύριε δεν ήξερα τι έκανα! Νόμιζα ότι με αυτό τον τρόπο ο Ευλόγιος θα γινόταν πιο φιλάνθρωπος» Τότε διέταξε να με λύσουν και μου είπε με γλυκύτητα «Πήγαινε στο κελί σου και εγώ θα επαναφέρω τον Ευλόγιο στην κατάσταση που ήταν αρχικά».
Αφού είδα αυτά τα φοβερά και θαυμαστά, ξύπνησα γεμάτος χαρά και δόξασα τον Κύριο και την Παναγία που με γλίτωσαν από την εγγύηση.
Τρείς μήνες αργότερα, πέθανε ο βασιλιάς Ιουστίνος και ανέβηκε στον θρόνο ο Ιουστινιανός. Αυτός μίσησε πολύ τον Ευλόγιο και έψαχνε αφορμή για να τον σκοτώσει.
Ο Ευλόγιος για να σωθεί ντύθηκε φτωχικά ρούχα αφήνοντας πίσω τον πλούτο του και πήγε πίσω στην Αλεξάνδρεια στην παλιά του εργασία. Καθώς χτυπούσε τις πέτρες πήγε στο σημείο που είχε βρει την πέτρα με τον χρυσό έχοντας την ελπίδα να ξανά βρει κι αλλά. Μάταια όμως χτυπούσε τόσες ώρες αφού δεν βρήκε τίποτα. Σκεπτόμενος τον πλούτο και τους δούλους που είχε πριν επιστρέψει εκεί είπε στον εαυτό του βαριαστενάζοντας «Δούλευε Ευλόγιε για να βγάλεις το ψωμί σου!»
Ο Θεός δεν ξέχασε τα καλά έργα που έκανε στην ζωή του και έτσι τον βοήθησε να επιστρέψει στην αγιότητά του.
Λίγες μέρες αργότερα πήγα και εγώ εκεί που συνήθιζα να συναντώ τον Ευλόγιο. Όταν τον είδα να έχει επιστρέψει στον παλιό καλό του εαυτό δάκρυσα από την χαρά μου και δόξασα τον Κύριο. Πήγα και τον χαιρέτησα και αυτός με οδήγησε στο κελί του. Έπλυνε τα πόδια μου και ετοίμασε τραπέζι να φάμε μαζί.
Αφού φάγαμε τον ρώτησα πως ήταν. Αυτός μου απάντησε: «Παρακαλέστε πάτερ τον Κύριο να μου στείλει χρήματα γιατί είμαι πολύ πτωχός» και εγώ αμέσως απάντησα «και μακάρι να ήσουν πτωχότερος».
Άρχισα τότε να του διηγούμαι το πώς είχαν τα πράγματα και πως εγώ ήμουν η αιτία που πλούτισε και ξανά πτώχευσε. Αντιλαμβανόμενοι και οι δύο την ευσπλαχνία του Θεού για ότι είχε συμβεί κλαίγαμε και δοξάζαμε τον Κύριο για πολλή ώρα.
Μετά μου είπε ο Ευλόγιος: «Παρακάλεσε πάτερ Δανιήλ τον Θεό να με βοηθήσει και υπόσχομαι πως δεν θα φανώ αχάριστος».
Εγώ, μην ξεχνώντας τα όσα πέρασα, του απάντησα: «Μην περιμένεις να σου δίνει παραπάνω από το φαγητό που χρειάζεσαι για να ζήσεις, όπως έκανε και παλαιότερα. Εξάλλου αδελφέ μου καλύτερα είναι να πας φτωχός στον Παράδεισο παρά πλούσιος στην κόλαση»
Αφού τελειώσαμε την συζήτηση είπα στον Ευλόγιο να μην πει σε κανέναν τα όσα άκουσε όσο εγώ είμαι ακόμα ζωντανός.
Ο Άγιος Ευλόγιος τήρησε τον λόγο του υπακούοντας τον Όσιο Δανιήλ και τα διηγήθηκε στους πατέρες προς δόξα Θεού μόνο μετά την κοίμηση του Οσίου.
Πόσο απλά μπορεί ακόμα και ενός αγίου η ψυχή να σκοτιστεί από το χρήμα. Και πόσο εύκολα η ευσπλαχνία του Θεού μπορεί να μεταστρέφει τους ανθρώπους και να δέχεται πίσω κάθε άσωτο υιό!
Πρέπει λοιπόν να ευχαριστούμε Τον Κύριο για όσα μας δίνει και να μην ζητάμε να πλουτίσουμε προσωρινά αλλά να Τον παρακαλούμε να μας αξιώσει της αιώνιας Βασιλείας Του.
Εξάλλου όπως είπε ο Ίδιος: “Πιο εύκολο είναι να περάσει καμήλα από τη βελονότρυπα, παρά να μπει ένας πλούσιος στη Βασιλεία του Θεού”.
Αμήν!
Ἀπολυτίκιον
Αυτόμελο Ἦχος πλ. δ’
Ἐν σοὶ πάτερ ἀκριβῶς διεσώθη τὸ κατ’ εἰκόνα• λαβῶν γὰρ τὸν σταυρόν, ἠκολούθησας τῷ Χριστῷ, καὶ πράττων ἐδίδασκες ὑπερορᾶν μὲν σαρκός, παρέρχεται γὰρ ἐπιμελεισθαισε ψυχῆς, πράγματος ἀθανάτου• δι’ ὃ καὶ μετ’ ἀγγέλων συναγάλλεται, Ὅσιε Ευλόγιε τὸ πνεῦμα σου.
Ε.Ζ.
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: ΚΑΤΑΝΙΧI