Αφιερώματα
Παιδικό συναξάρι των Αγίων παρθένων Πίστεως, Ελπίδος, Αγάπης και της μητέρας τους Σοφίας
17 Σεπ 2024
της Ε.Ζ.
Η ευλογημένη μητέρα, βλέποντας και την τελευταία της κόρη να οδηγείται στον μαρτυρικό θάνατο, δόξασε τον Κύριο για το θάρρος που έδωσε στις τρεις κόρες της
Στις 17 Σεπτεμβρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των Αγίων Μαρτύρων και Καλλινίκων παρθένων Πίστεως, Ελπίδος, Αγάπης και της μητέρας τους Σοφίας. Οι τέσσερις αυτές Αγίες ζούσαν στη Ρώμη κατά τα χρόνια της βασιλείας του ασεβή Αυτοκράτορα Αδριανού. Ο Αδριανός ήταν ειδωλολάτρης και μισούσε τους Χριστιανούς. Προσπαθούσε μάλιστα να τους φέρει και αυτούς στην ψευδή πίστη του είτε με κολακείες είτε με απειλές.
Η Αγία Σοφία από την άλλη, ήταν μια ευσεβεστάτη και έξυπνη Χριστιανή. Κατάγονταν από μια μεγάλη πόλη της Ιταλίας και είχε μείνει χήρα από νεαρή ηλικία μεγαλώνοντας μόνη της τις τρεις κόρες της. Η ευσεβής αυτή μητέρα, ανέθρεψε τις κόρες της, φροντίζοντας να μάθει σε αυτές να σέβονται και να αγαπούν τον Κύριο.
Τα μικρά αυτά θεοσεβούμενα κορίτσια πέρα από τις αρετές τους και το ήθος τους ξεχώριζαν και για την ομορφιά τους. Η φήμη τους ανάμεσα στους συμπολίτες τους ήταν μεγάλη και όλοι τις επαινούσαν.
Όμως ο φθονερός διάβολος δεν άντεχε να βλέπει την πρόοδο των κοριτσιών στην αρετή και παρακίνησε τον επιστάτη της πόλης να τις κάνει ειδωλολάτρισσες. Ο Αντίοχος, όπως ονομάζονταν ο επιστάτης, αποκάλυψε στον βασιλιά Αδριανό ότι οι τρεις θεοσεβούμενες αυτές Χριστιανές καταφρονούν τους θεούς τους. Ο Αδριανός, έξαλλος από θυμό που τόλμησαν να παρακούσουν τις διαταγές τους πρόσταξε να του φέρουν και τις τέσσερις, τη μάνα και τις τρεις θυγατέρες της, στο δικαστήριο.
Αυτές μόλις άκουσαν την εντολή του βασιλιά ετοιμάστηκαν και πήγαν με προθυμία να αγωνιστούν για τον πολυαγαπημένο τους Χριστό. Έτσι, κάνοντας και οι τέσσερις το σημείο του σταυρού στάθηκαν μπροστά στο δικαστή με γενναιότητα και χαρά.
Ο δικαστής μόλις τις είδε, κατάλαβε ότι πρόκειται για φρόνιμες γυναίκες και άρχισε να μιλάει χωρίς αυστηρότητα. Πρώτα παίνεψε την Σοφία για τις αρετές της και έπειτα με τρόπο την παρατήρησε που υποτιμά τις εντολές του βασιλιά. Τις είπε, μάλιστα, πως είχε φέρει όλη την πόλη σε σύγχυση διδάσκοντας πως οι δικοί τους θεοί είναι άψυχα αντικείμενα.
Η Αγία Σοφία αφού άκουσε τον δικαστή με προσοχή, συστήθηκε σύμφωνα με τα καθιερωμένα στα δικαστήρια και χωρίς περιττές κουβέντες δήλωσε με θάρρος πως είναι έτοιμη και αυτή και οι κόρες της να ομολογήσουν και να υπομείνουν κάθε βάσανο για τον Χριστό. Ο δικαστής θαύμασε την παρρησία της και μη έχοντας κάτι να της απαντήσει στράφηκε στα μικρά της κορίτσια. Και οι τρεις κόρες απάντησαν στον δικαστή όμοια με την μητέρα τους.
Τότε, ο δικαστής, παρέδωσε τις νεαρές αγίες σε μια συγκλητική αρχόντισσα, την Παλλάδια, για να τις κατηχήσει στις ειδωλολατρικές τους ασέβειες και να τις ξαναφέρει για εξέταση μετά από τρεις μέρες.
Η ευλαβέστατη Σοφία φρόντισε αυτό το διάστημα να υπενθυμίζει στα μικρά κορίτσια της όσα τους δίδασκε όλα αυτά τα χρόνια, ώστε να παραμείνουν ακλόνητες στον πόλεμο του διαβόλου. Οι μικρές μάρτυρες άκουγαν τις αγίες νουθεσίες της μητέρας τους με πολλή πίστη στον Θεό.
Όταν πέρασαν οι τρείς μέρες έφεραν μόνες τις μικρές Αγίες για εξέταση. Ο ηγεμόνας, ως πονηρός άνθρωπος που ήταν, σκέφτηκε πως οι τρεις αδελφές λόγω του νεαρού της ηλικίας τους, θα πείθονταν εύκολα με κολακείες και υποσχέσεις να θυσιάσουν στα είδωλα. Μάταια όμως. Τα τρία κορίτσια, γεμάτα ανδρεία, ομολόγησαν την πίστη τους και προσφέρθηκαν να μαρτυρήσουν για την αγάπη του Χριστού.
Ο δικαστής τότε σκέφτηκε να τις χωρίσει και να εξετάζει μία κάθε φορά με την ελπίδα πως έτσι θα τις αποθάρρυνε και θα κατάφερνε να τις μεταπείσει.
Κάλεσε έτσι την Αγία Σοφία να του πει τα ονόματα και τις ηλικίες των τριών κοριτσιών της. Αυτή απάντησε πως την πρώτη την λένε Ελπίδα και είναι 12 χρονών, την δεύτερη Πίστη και είναι 10 χρονών, ενώ τη μικρότερη την λένε Αγάπη και είναι 9 χρονών.
Ο δικαστής φώναξε πρώτα την μεγαλύτερη κόρη, την Ελπίδα, και την πρόσταξε να θυσιάσει στη θεά Αρτέμιδα. Η Ελπίδα, φωτισμένη από τον Κύριο απάντησε με θάρρος στον τύραννο «Μα τι απατεώνας! Σας έχει εξαπατήσει εντελώς ο σατανάς! Δεν φτάνει που είστε οι ίδιοι ασεβείς, θέλετε να οδηγήσετε και τους άλλους στον δρόμο της καταστροφής! Μα ποιος λογικός άνθρωπος θα άφηνε τον μόνο αληθινό Θεό για να πιστεύει στα κατασκευάσματα των ανθρώπων!;»
Ακούγοντας αυτά ο τύραννος από το μικρό κορίτσι γέμισε θυμό και αφού είδε ότι δεν μπορεί να την πείσει με τα λόγια άρχισε να την βασανίζει. Αρχικά πρόσταξε να την γδύσουν και να δέσουν τα χέρια της από πίσω και να την ραβδίζουν χωρίς έλεος. Η νεαρή μάρτυρας όμως αντί πόνο ένιωθε χαρά.
Ο δικαστής βλέποντας πως το σώμα της Αγίας δεν είχε καμία πληγή θύμωσε περισσότερο. Διέταξε τότε να κόψουν τους μαστούς της Αγίας . Όμως αντί να τρέξει αίμα από την τομή έτρεξε γάλα και δεν ένιωσε καθόλου πόνο η μικρή Ελπίδα.
Ο κακιασμένος τότε πρόσταξε να απλώσουν την μάρτυρα σε μια καιόμενη σχάρα αλλά αντί να καίγεται ένιωθε σαν να αναπαύεται σε έναν δροσερό παράδεισο. Βλέποντας πως ούτε αυτό είχε αποτέλεσμα διέταξε να την βάλουν σε ένα καυτό τηγάνι χύνοντας μέσα βραστή πίσσα και λάδι. Για άλλη μια φορά όμως ο Κύριος έκανε το βασανιστήριο να μην έχει αποτέλεσμα.
Ο ασεβής τότε, κατάλαβε πως δεν μπορεί να πετύχει τίποτα όπως και να την βασάνιζαν, και το μόνο που κατόρθωνε ήταν να κάνει τους ειδωλολάτρες να θαυμάζουν την δύναμη του Χριστού. Γι΄αυτό έδωσε την τελική εντολή να την αποκεφαλίσουν.
Η μικρή Μάρτυρας είπε στην μητέρα της να δώσει θάρρος στις αδερφές τις ενώ σε αυτές είπε να ομολογήσουν και να τα υπομείνουν όλα με γενναιότητα. Οι αδερφές της τότε της είπαν να παρακαλέσει τον Κύριο να αξιώσει και αυτές να λάβουν το στεφάνι του μαρτυρίου ώστε να συναντηθούν και οι τρεις στην Βασιλεία των Ουρανών. Λέγοντας αυτά, μητέρα και αδερφές την αποχαιρέτησαν. Η μητέρα της, βλέποντας την γενναιότητα της Ελπίδας, παρακάλεσε τον Κύριο να δώσει την ίδια δύναμη και στις άλλες δυο κόρες της.
Μην αντέχοντας την ήττα του ο ασεβής δικαστής σκεφτόταν τι να κάνει και με τις δύο νεότερες αδερφές. Κάλεσε τότε την δεύτερη στη σειρά, την Πίστη και της είπε με ηρεμία να προσκυνήσει την θεά Άρτεμη. Η Πίστη όμως, κινούμενη και αυτή από την θεία Χάρη, είπε στον δικαστή πως είναι έτοιμη να υπομείνει ότι και η αδερφή της.
Ακούγοντας το αυτό άρχισε και σε αυτήν τα διάφορα βασανιστήρια. Ξεκίνησε με μαστίγωμα και αφού δεν κατάφερε τίποτα την έριξαν σε καυτό καμίνι. Ο Θεός όμως, φύλαξε την νεαρή μάρτυρα όπως έκανε με την αδερφή της.
Ο τύραννος θύμωσε ακόμα περισσότερο και διέταξε να κρεμάσουν την Αγία και να τις σχίσουν την σάρκα με σιδερένια νύχια. Όσο όμως την έγδερναν αυτή χαιρόταν. Έβγαινε μάλιστα από αυτή μια θαυμαστή ευωδία και ένα λαμπερό φως. Τότε είπε στον τύραννο πως δεν θα λιγοστέψει την υπομονή της με τα βασανιστήρια γιατί παίρνει δύναμη από τον Θεό και θα τον νικήσει και αυτή με την βοήθειά Του, παρότι είναι ένα μικρό ανήλικο κορίτσι.
Η οργή του τυράννου μεγάλωνε όλο και περισσότερο. Διέταξε έτσι να ρίξουν την μάρτυρα μέσα σε ένα χάλκινο δοχείο γεμάτο βραστή πίσσα και ρητίνη. Το θαύμα όμως έγινε πάλι και το δοχείο έλιωσε σαν κερί ενώ το περιεχόμενο χύθηκε και έκαψε πολλούς από τους ειδωλολάτρες που βρίσκονταν εκεί.
Βλέποντας ο δικαστής πως με τα βασανιστήρια δεν καταφέρνει τίποτε άλλο παρά να ευχαριστεί την μάρτυρα όλο και περισσότερο, έδωσε και για αυτή εντολή να αποκεφαλιστεί.
Φέρνοντας τότε την μάρτυρα στον τόπο της καταδίκης, αυτή, είδε το λείψανο της αδερφής της και άρχισε να το ασπάζεται γεμάτη ευτυχία καθώς ήξερε πως θα απολαύσει και η ίδια την τεράστια χαρά του Παραδείσου.
Αφού λοιπόν αποκεφάλισε και την Πίστη ο θηριώδης δικαστής απογοητεύτηκε πικρά που δεν μπόρεσε να κάνει το θέλημά του και νικήθηκε από δυο μικρά κοριτσάκια. Είχε όμως ελπίδα πως θα κατάφερνε να πείσει την τρίτη μιας και ήταν και η μικρότερη στην ηλικία.
Έφερε λοιπόν μπροστά του και την μικρή και χαριτωμένη Αγάπη και προσπάθησε με κολακείες να την πείσει να θυσιάσει στα είδωλα. Η Αγία Αγάπη όμως γεμάτη ωριμότητα και θάρρος είπε στον δικαστή «Μην ξεγελιέσαι από την μικρή ηλικία μου και μην ελπίζεις ότι θα με πείσεις με τις κολακείες σου. Είμαι και εγώ γέννημα της ίδιας μητέρας. Δεν θα δείξω λιγότερη ανδρεία από τις αδερφές μου!» Ο δαιμονισμένος τύραννος δεν άντεχε να ακούει τέτοια θαρραλέα λόγια από ένα μικρό κοριτσάκι.
Πρόσταξε έτσι να την κρεμάσουν και να την μαστιγώσουν ώσπου να βγει κάθε μέλος του σώματός της από τη θέση του. Ο Παντοδύναμος όμως βοήθησε και αυτή την κόρη και δεν ένιωθε καθόλου πόνο ούτε τις έβλαψε τα μέλη του σώματός της. Άναψε έπειτα φωτιά στην κάμινο μεγαλύτερη από κάθε άλλη φορά και της είπε «Βλέπεις αυτή τη φωτιά; Επειδή είσαι πολύ μικρή και σε λυπάμαι αρκεί να πεις ότι η θεά Άρτεμις είναι μεγάλη και θα σε αφήσω ελεύθερη. Αλλιώς θα σε ρίξω εκεί μέσα».
Η μικρή Μάρτυρας όμως αρνήθηκε όπως και οι αδερφές της λέγοντας πως δεν θα μολύνει την γλώσσα της με το ακάθαρτο όνομα των δαιμόνων αντί του Ποιητή και Πατέρα μας.
Πρόσταξε τότε να την ρίξουν στην κάμινο. Η Αγία όμως μόλις άκουσε την διαταγή πήδηξε μόνη της στην φωτιά από την πολύ της αγάπη στον Χριστό. Η φωτιά τότε χύθηκε από την κάμινο και έκαψε για άλλη μια φορά πολλούς από τους ειδωλολάτρες που βρίσκονταν εκεί. Έφτασε μάλιστα η φωτιά μέχρι και στον δικαστή και έκαψε μέρος του σώματός του.
Ο δαιμονισμένος όμως αυτός δικαστής δεν υποχώρησε ούτε μπροστά στη Θεία οργή. Διέταξε τους στρατιώτες να φέρουν την Αγία μπροστά του για να την βασανίσει κι άλλο. Οι στρατιώτες όμως είδαν γύρω από την Αγία Αγγέλους που της έλεγαν να βγει γιατί την καλεί ο δικαστής. Η μικρή Αγάπη τότε βγήκε χωρίς να έχει πάθει τίποτα .
Βλέποντας όλα αυτά ο τύραννος αντί να συνετιστεί δαιμονίστηκε ακόμα περισσότερο και διέταξε να καρφώσουν όλο το σώμα της Αγίας με τοξικά καρφιά. Για μια ακόμη φορά όμως ο Πανάγαθος Κύριος προστάτεψε την δούλη του. Τέλος, όπως έγινε και με τις αδερφές της, πρόσταξε να αποκεφαλίσουν και την Αγία Αγάπη η οποία οδηγούμενη στο θάνατό της δόξαζε τον Κύριο ενώ ζήτησε από Αυτόν να μείνει ζωντανή η μητέρα τους για να εκτελέσει τις ταφές των τριών παιδιών της.
Η ευλογημένη μητέρα, βλέποντας και την τελευταία της κόρη να οδηγείται στον μαρτυρικό θάνατο, δόξασε τον Κύριο ευχαριστώντας Τον για το θάρρος που έδωσε στα τρεις κόρες της.
Αφού αποκεφάλισαν και την Αγία Αγάπη, η Αγία Σοφία τοποθέτησε τα λείψανα και των τριών κοριτσιών δίπλα το ένα στο άλλο, τα αρωμάτισε και τα έβαλε στην εκκλησία που είχε κτίσει νωρίτερα. Οι Χριστιανοί απέκτησαν μεγάλο θησαυρό με τα Άγια λείψανα των μικρών αυτών τριών Μαρτύρων απολαμβάνοντας θεραπείες ψυχής και σώματος.
Μετά από τον θάνατο της τελευταίας κόρης, η Αγία Σοφία έζησε άλλες τρεις μέρες. Πήγε την τρίτη μέρα στα λείψανα των Αγίων παιδιών της και παρακαλούσε να την πάρουν μαζί τους στον Ουρανό. Λέγοντας αυτά η Αγία Σοφία παρέδωσε και αυτή την ψυχή της στον Κύριο, αφού είχε εκπληρωθεί και η ευχή της Αγίας Αγάπης για τη ταφή.
Οι Χριστιανοί τοποθέτησαν το λείψανό της δίπλα στων τριών κοριτσιών της, καθώς και στην Ουράνια Βασιλεία βρίσκονταν όλες μαζί κοντά στον Κύριο που τόσο αγάπησαν.
Οι Άγιοι Μάρτυρες να μας δίνουν δύναμη να ομολογούμε και εμείς Χριστό! Αμήν!
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφία ἐκθρέψασα, κατὰ τὴν κλῆσιν σεμνή, τᾶς τρεῖς θυγατέρας σου, ταύτας προσάγεις Χριστῷ, ἀθλήσεως σκάμασιν ὅθεν τῆς ἄνω δόξης, σὺν αὐταὶς κοινωνοῦσα, πρέσβευε τῷ Σωτήρι, καλλιμάρτυς Σοφία, δοῦναι τοὶς σὲ τιμώσι, χάριν καὶ ἔλεος.
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: ΚΑΤΑΝΙΧI