π. Νικόλαος Μανώλης
Παναγία η Αγιορείτισσα, Μάνα και Ηγουμένη
12 Αυγ 2024
Γράφει ὁ μακαριστός πρωτοπρ. Νικόλαος Μανώλης
«Ὁ γλυκασμός τῶν Ἀγγέλων, τῶν θλιβομένων ἡ χαρά, χριστιανῶν ἡ προστάτις, Παρθένε, Μήτηρ ΚΥΡΙΟΥ, ἀντιλαβού μου καί ρύσαι, τῶν αἰωνίων βασάνων»
Ἀπὸ ἄκρη σὲ ἄκρη, ὅλη ἡ Ἑλλάδα πανηγυρίζει κατὰ τὸν μήνα Αὔγουστο, τὴ δεύτερη Πασχαλιά. Εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας. Πρὶν τὴν συγκεκριμένη ἡμέρα τῆς 15ης Αὐγούστου, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτήν, ἡ Ἐκκλησία θέτει πλῆθος λατρευτικῶν ἀκολουθιῶν. Οὐσιαστικὰ ὅλος ὁ μήνας εἶναι χαρισμένος στὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ὀρθόδοξοι, προσέρχονται στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες μὲ βαθιὰ πίστη, ἀγάπη καὶ τιμὴ πρὸς τὸ πρόσωπό της. Ἀναγνωρίζουν σὲ αὐτὸ τὴν κοινὴ τους Μητέρα.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα, ἀφιέρωσε τὸ ἐκλεκτότερο κομμάτι τῆς ὑπόστασῆς της, πρὸς τιμὴν τῆς Κυρίας Θεοτόκου, ὡς ἔνδειξη τῆς ἀτέρμονης σχέσης μὲ τὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγό, τὸν Γλυκασμὸ τῶν Ἀγγέλων, τὴν Οὐράνια Κλίμακα. Στὴν οὐσία ἡ ἴδια ἡ Παναγία, ἐπέλεξε στὸ ἁγιώνυμο Ὅρος τοῦ Ἄθω νὰ εἶναι ἡ οἰκοδέσποινα καὶ προστάτιδά του, ἡ Μάνα καὶ ἡ Ἡγουμένη τῆς ἀθωνικῆς Πολιτείας. Καὶ ὁ λαός μας, σεβάστηκε τὴν ἐπιθυμία της δεχόμενος τὶς ἄπειρες εὐλογίες της. Τὸ ἅγιον Ὅρος ὡς κατοικητήριον τῆς Παρθένου, ἐκπέμπει τὴν ἁγιαστική του χάρη σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη. Ἡ σχέση τῶν ἁγιορειτῶν πατέρων μαζί της, ἐμπνέει τοὺς Ὀρθοδόξους χριστιανούς. Εὐλογεῖται ὁ κάθε ἕνας ποὺ προστρέχει στὴ Χάρη της καὶ κυρίως στὴν χάρη τῆς ἁγιορείτισσας Παναγίας.
Ἕνας προσκυνητὴς τοῦ Ἁγίου Ὅρους, κάποτε ἔζησε μία πολύ συγκλονιστικὴ στιγμή. Συνέβη αὐτό μία βραδιὰ μετὰ τὸ ἀπόδειπνο, κατὰ τὸ ἀπόγευμα τῆς πανηγύρεως τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἀπόμεινε μονάχος λίγες στιγμὲς μέσα στὸ μισοσκότεινο καθολικό της Μονῆς. Ἡσύχαζε ἐπιδιώκοντας «νὰ κάνει ταμεῖο» μετὰ τὴν 18ωρη ὁλονύκτια ἀγρυπνία ποὺ εἶχε προηγηθεῖ καὶ ὅλα ὅσα εἶχε ζήσει ἐκείνη τὴν ἑορταστικὴ ἡμέρα. Χωρὶς νὰ τὸν ἀντιληφθεῖ, ὁ ἐκκλησιαστικός τοῦ Ναοῦ, ἦρθε γιὰ νὰ κάνει κάποιο τελευταῖο διακόνημα. Συμμάζεψε ὁρισμένα ἀντικείμενα, ἄλλαξε τὸ νερὸ σὲ ἕνα βάζο μὲ λουλούδια καὶ φρόντισε τὰ καντήλια ὥστε νὰ συνεχίσουν νὰ φωτίζουν ἀκοίμητα. Κάποια στιγμή ἦρθε μπροστὰ στὴν μεγάλη εἰκόνα τῆς Παναγίας στὸ τέμπλο τοῦ ἱεροῦ, ξεκρέμασε τὸ καντήλι της καὶ ὅση ὥρα στεκόταν ἐκεῖ φροντίζοντας το, ἄρχισε νὰ λέει πρὸς τὴν Παναγία, μὲ φωνὴ ποὺ ἔτρεμε ἀπὸ συγκίνηση: «Παναγιά μου, γιὰ σένα κάθομαι ἐδῶ Παναγίτσα μου, γιὰ σένα Μητέρα τοῦ Θεοῦ, γιὰ σένα μάνα μου. Ἐσὺ εἶσαι ἡ μητέρα μου καὶ σένα ἔχω μόνη παρηγοριά. Στήριξε μὲ γλυκειά μου μάνα, λύτρωσε με Παναγιά μου».
Ὁ προσκυνητὴς αὐτός, ἀπὸ ὅλη τὴν ἐπίσκεψή του στὸ ἁγιώνυμο Ὅρος, αὐτὸ θυμόταν πιὸ ἔντονα. Ἡ ἀπόλυτη παράδοση τοῦ μοναχοῦ στὴν ἀπεραντοσύνη τῆς μητρικῆς στοργῆς τῆς Θεοτόκου, χαράχτηκαν στὴν ψυχή του… Εἰς μνήμην τοῦ γεγονότος ἔγραψε τὸ ἑξῆς:
«Τραγούδι τῆς νιότης “Ἐσταυρώθης δὶ ἠμάς”
ἦταν στὴ βάση τοῦ Σταυροῦ σου κι ἔκλαιγαν
ἡ μάνα σου ἡ Παρθένα, κρίνο καὶ ρυτίδα,
τοὺς ἔδωκε τὸ χέρι, ἐσὺ τοὺς ὅρισες υἱούς της
Σβήσαν τ͐ ἀστέρια μὲ τὴ θύμιση τῆς θυσίας σου
ἡ μάνα σ͐ ἀντάμωσε στὸ θρόνο τῆς δόξης σου
κι αὐτὰ ἔγειραν στὴν ταπείνωσή της
μπροστὰ στὴν ἄσβεστη πείνα τῶν θηρίων τοῦ κόσμου».
Σὲ ἄλλο μοναστήρι, ὁ ἡγούμενος, γνήσιο τέκνο τοῦ ὁσίου γέροντος Ἰωσὴφ τοῦ ἠσυχαστοῦ, πνευματοφόρος καὶ ἐξόχως θαυματουργός, ἔχει μία παράξενη συνήθεια κατὰ τὴν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας. Κατὰ τὴν ὥρα τῆς συστολῆς τῶν ἁγίων, ἐπαναλαμβάνει μία λέξη ποὺ δὲν περιλαμβάνεται στὸ τυπικό! Τὴ λέξη «Δεσποίνης»! Κατὰ τὴ διαδικασία αὐτή, ὁ ἱερεὺς κανονικὰ ἐπαναλαμβάνει τὴν φράση: «Ἀπόπλυνον Κύριε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τῷ Αἵματί σου τῷ Ἁγίῳ, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου καὶ πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἀμήν». Ὁ γέροντας ὅμως αὐτός, ἐπαναλαμβάνει ἐκφώνως καὶ συνεχῶς τὴ λέξη «Δεσποίνης»! Αὐτὸ συμβαίνει γιατί κάποτε, ὅπως ὁ ἴδιος μοῦ διηγήθηκε, τὸν ἐπισκέφθηκε στὸ στασίδι του ἡ Παναγία. Μόλις τὴν εἶδε σηκώθηκε καὶ τὴν προσφώνησε «Δέσποινά μου». Τότε αὐτὴν τοῦ ἀπάντησε «Ἐσὺ γέροντας στὸ μοναστήρι, ἐγὼ Ἡγουμένη»! Ἀπὸ τότε, εἰς ἀνάμνηση τοῦ γεγονὸτος αὐτοῦ ὁ γέρων, ἀναφωνεῖ τὴ λέξη «Δεσποίνης». Κατὰ κάποιον τρόπο συμπληρώνει τὴν φράση τῆς συστολῆς τῶν ἁγίων ὡς ἑξῆς: «Ἀπόπλυνον Κύριε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τῷ Αἵματί σου τῷ Ἁγίῳ, πρεσβείαις τῆς ὑπεραγίας ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ἠμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας καὶ πάντων σου τῶν Ἁγίων. Ἀμήν».
Δυστυχῶς, παρόλα αὐτὰ τὰ ὅσια καὶ ἱερὰ ποὺ συμβαίνουν στὸ Ἅγιον Ὅρος, ἀνάμεσα στοὺς καλογέρους καὶ στὴν Παναγία, λίγο πιὸ ἔξω ἀπὸ κεῖ, χορεύουν κανονικὰ τὰ δαιμόνια! Ἢ καλύτερα, μᾶς χορεύουν τὰ δαιμόνια! Δὲν εἶναι λίγες οἱ φορὲς ποὺ ὁ ἐπισκέπτης στὸ λιμάνι τῆς Οὐρανούπολης, σοκαρίζεται ἀπὸ τὴν ἀθλιότητα κάποιων ἀνθρώπων. Στὸ στόμα τους ἔχουν ὡς ψωμοτύρι τὴν αἰσχρὴ συνήθεια τῆς βλασφημίας. Βλασφημοῦν τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Θεοτόκο ξεδιάντροπα, μὴν ὑπολογίζοντας τὸ κακὸ ποὺ παθαίνουν οἱ ἴδιοι ἀλλὰ καὶ οἱ οἰκογένειές τους. Αὐτὸ τὸ κολάσιμο ἁμάρτημα ποὺ δυστυχῶς τὸ φορτώνονται καθημερινὰ οἱ Ἕλληνες, εἶναι αἰτία καὶ τῆς σημερινῆς κατάστασης τῆς χώρας μας. Μικροὶ, μεγάλοι, μαθητές, δάσκαλοι, καθηγητές, πολίτες καὶ φαντάροι, ἐγγράμματοι καὶ ἀγράμματοι, ὑγιεῖς καὶ ἀσθενεῖς, γινόμαστε ἕρμαια τῆς ἀπαράδεκτης συνήθειας. Ἐξοργίζουμε τὸν Οὐρανὸ θέτοντας τὸν ἑαυτό μας στὴν ὑπηρεσία τοῦ διαβόλου. Ὁμοιάζουμε μὲ τὸν ἀσεβή βοσκὸ ἐκεῖνον ποὺ σὲ μία στιγμὴ δαιμονισμοῦ, ἄρχισε νὰ βλασφημεῖ τὸν Θεὸ κουνώντας ἀπειλητικὰ τὰ χέρια του. Προκαλοῦσε φωνάζοντας… Ἕνας κεραυνὸς ὅμως τὸν κατέκαυσε…
Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας θεωροῦν τὸν βλάσφημο χειρότερο καὶ ἀπὸ τὸν δαίμονα, γιατί ὁ σατανάς, ἀκούγοντας τὸ ὄνομα, τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, τὸ Θεῖον ὄνομα τοῦ Θεοῦ, φρίττει καὶ τρέμει. Δὲν μπορεῖ νὰ ξεστομίσει βλασφημία. Πείθει ὅμως τὸν ἄνθρωπο νὰ διαπράξει αὐτὴν τὴν βαρύτατη ἁμαρτία.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος τονίζει: «… λέγει ὁ Κύριος, αὐτὸς ποὺ ὀργίζεται κατὰ τοῦ πλησίον του εἶναι ἔνοχος στὴ γενεὰ τοῦ πυρὸς… ἐὰν τέτοια εὐθύνη ἔχει ὁ κατὰ τοῦ πλησίον ὀργισθείς, ποιὰ εὐθύνη θὰ ἔχει ὁ κατὰ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας βλασφημών; …Σᾶς παρακαλῶ νὰ βοηθήσετε τοὺς βλάσφημους νὰ μετανοήσουν, νὰ πλησιάσουν στὸ ἱερὸ Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως καὶ νὰ ζητήσουν τὸ ἔλεος καὶ τὴν συγγνώμη τοῦ ἁγίου Θεοῦ καὶ νὰ σταματήσουν τὸ βρόμικο αὐτὸ πάθος, διαφορετικὰ ἀπομακρυνθεῖτε ἀπὸ κοντά τους, ὅπως φεύγετε μακριὰ ἀπὸ μία ὀχιά, μήπως καὶ διορθωθοῦν, πρᾶγμα ποὺ εὔχομαι.»
Νὰ ἔχουμε τὴν εὐχὴ τῆς Παναγίας.-
Στύλος Ορθοδοξίας, Ιούλιος 2014, α.φ. 158
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: ΚΑΤΑΝΙΧI