Επικαιρότητα
Τι και αν η πίστη οδυνάται, ο Αρχιεπίσκοπος εκδίδει βιβλίο για την περιουσία της Εκκλησίας!
21 Νοέ 2020
Περιγράφει με πικρία ο κ. Ιερώνυμος ως «ναυάγιο», την απόρριψη της «ιστορικής συμφωνίας» που προσπάθησε να συνάψει με την κυβέρνηση Τσίπρα.
Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr
Έκαστος εφ’ ω ετάχθη! Και όπως αποδεικνύεται με κάθε τρόπο, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος είναι προορισμένος, όχι για να διαφυλάξει τα λογικά πρόβατα της ποίμνης που του ανέθεσε ο Κύριος και να προασπιστεί τα ιερά και τα όσιά μας, αλλά για να διευθετήσει με τον καλύτερο τρόπο τα περιουσιακά της Εκκλησίας. Αυτό είναι ένα θέμα που τον απασχολεί ιδιαίτερα και μάλιστα, επί της αρχιερατικής ποιμαντορίας του έχουν γίνει αρκετές συζητήσεις και συναντήσεις επί του θέματος.
Τη δεδομένη χρονική στιγμή θεώρησε καλό ο κ. Ιερώνυμος να εκδώσει βιβλίο, όπως πληροφορούμαστε από σχετικό δημοσίευμα. Το βιβλίο του αυτό δεν άπτεται εκκλησιαστικών θεμάτων, ούτε αυτής της πρωτόγνωρης κατάστασης που ζούμε λόγω του κορωνοϊού με τις συνακόλουθες δραματικές επιπτώσεις των κλειστών εκκλησιών και των ειδικών μέτρων υγιεινής εντός των ιερών ναών και της ενοχοποίησης της Μετάληψης των Αχράντων Μυστηρίων. Το εν λόγω βιβλίο έρχεται να αναμοχλεύσει συνειδήσεις, να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα σχετικά με την περιουσία της Εκκλησίας και το πώς αυτή έχει αποκαρδιωτικά διασκορπιστεί, καθώς και να παρουσιάσει τις κινήσεις του ίδιου του Αρχιεπισκόπου επί του θέματος, αλλά και του άλλου καυτού ζητήματος, της σχέσης Κράτους-Εκκλησίας.
Τιτλοφορείται «Συνοπτική θεώρηση της Εκκλησιαστικής περιουσίας» και διαιρείται σε επτά κεφάλαια με τα εξής θέματα:
Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζει την αγωνιστικότητα των Ελλήνων και την πίστη κατά τα χρόνια της Επανάστασης. Το δεύτερο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην πρώτη οικονομική στήριξη του Αγώνα. Το τρίτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στον Καποδίστρια. Στο τέταρτο κεφάλαιο του βιβλίου αναλύει τη Βαβυλώνια αιχμαλωσία της Εκκλησίας, ενώ στο πέμπτο κεφάλαιο καταγράφεται λεπτομερώς η πρώτη περίοδος της απαλλοτριώσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας. Οι Συμβάσεις που έγιναν μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας αναφέρονται στο έκτο κεφάλαιο, ενώ στο έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο αναπτύσσεται η τελική του προσπάθεια για την αντιμετώπιση του θέματος.
Σημαντικό μέρος του βιβλίου αποτελεί εκείνο που διαπραγματεύεται όλο το ιστορικό των συζητήσεων με τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την σύναψη Συμφωνίας Εκκλησίας-Κράτους. Φυσικά αναφέρεται και στη ναυάγηση αυτής της Συμφωνίας πάνω στην αμετάκλητη απόφαση των Συνοδικών, αλλά και άλλων παραγόντων… Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος μιλάει με πικρία για τη ματαίωση αυτού του μεγαλόπνοου σχεδίου του.
Αξίζει όμως να θυμηθούμε κάποια βασικά σημεία αυτής της Συμφωνίας. Ουσιαστικά με αυτήν τη Συμφωνία άνοιγε ο δρόμος για τον πλήρη διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας, πράγμα που θα οδηγούσε τη χώρα σε μια νέα κυβερνητική πολιτική και σε νέα δεδομένα βάσει των οποίων η επίσημη θρησκεία θα έχει αποκοπεί στην ουσία από τη συμπόρευση με τον λαό. Μάλιστα δηλώθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο ως ιδανική περίπτωση το μοντέλο της Γερμανίας, όπου ακολουθούν το ουδετερόθρησκο και διατηρούν μία άψογη συνεργασία μεταξύ τους, Πολιτεία και Εκκλησία.
Άλλο σημαντικό σημείο της Συμφωνίας, ήταν ότι για πρώτη φορά η Πολιτεία αναγνώριζε τις υποχρεώσεις της έναντι της Εκκλησίας. Σε αυτό άλλωστε αποσκοπεί και ένα μεγάλο μέρος του εν λόγω βιβλίου. Εκτός από τα σχετικά με την ακίνητη περιουσία της Εκκλησίας, τις απαλλοτριώσεις και τις δωρεές, υπάρχει στο βιβλίο και πλούσιο σχετικό φωτογραφικό υλικό. Ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος υποστήριξε ότι αυτό το βιβλίο, επιθυμεί να παραμείνει παρακαταθήκη για όσους ασχοληθούν στο μέλλον με αυτά τα ζητήματα μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας.
Η πέτρα του σκανδάλου όμως, ήταν για πολλούς και βασικά για τον κλήρο, το σημείο εκείνο της συμφωνίας το σχετικό με τη μισθοδοσία των ιερέων. Πιο συγκεκριμένα η Πολιτεία θα απολάμβανε το προνόμιο της ελάφρυνσης των μισθολογικών κωδικών κατά δέκα χιλιάδες, αφού οι ιερείς θα έπαυαν να είναι δημόσιοι υπάλληλοι. Αντί αυτού, η Συμφωνία κάνει λόγο για καταβολή των μισθών και ασφαλιστικών των ιερέων σε μορφή επιδοτήσεων από το Κράτος προς την Εκκλησία. Από τη μια μεριά εκ μέρους του κ. Τσίπρα έγινε αναγνώριση του καθεστώτος, το οποίο έχει να κάνει με τη μισθοδοσία του κλήρου από το Ελληνικό Δημόσιο ως αντάλλαγμα της εκκλησιαστικής περιουσίας που καρπώθηκε η Ελληνική Πολιτεία. Από την άλλη, συμπεριλήφθηκε η πρόταση της καταβολής των μισθών σε μορφή επιδόματος ετησίως προς την Εκκλησία. Το παρελθόν έχει να μας επιδείξει πολλές τέτοιες προτάσεις εκ μέρους του Κράτους που όμως δεν τελεσφόρησαν. Παρ’ όλα αυτά όμως, η Εκκλησιαστική περιουσία με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, μεταβιβαζόταν στο Ελληνικό Κράτος, αρχής γενομένης της αντιβασιλείας του Όθωνα το 1833, που με διάταγμα διέλυσαν 400 μοναστήρια και η περιουσία τους, όπως και των ενοριακών ναών, περιήλθε στο Κράτος. Ακολούθησαν διατάγματα, ψηφίσματα και νόμοι που συνεχώς εκτάσεις γης περιερχόνταν στη δικαιοδοσία του Κράτους, ενώ από την άλλη υπήρχε μεγάλη αστάθεια και ρευστότητα σχετικά με τη μισθοδοσία του κλήρου. Το ζήτημα της πληρωμής των ιερέων από το Ελληνικό Δημόσιο καταστάλαξε και θεσμοθετήθηκε το 1968 με νόμο «Α.Ν. 469/1968 (ΦΕΚ ΑΙ 162/1968)» ο οποίος εξομοίωνε μισθολογικά τους ιερείς με τους δημοσίους υπαλλήλους.
Επιπρόσθετα στην περιβόητη Συμφωνία, αναγγέλλεται η δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας από το Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδας, το οποίο και θα αναλάβει τη διαχείριση των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση. Στο ίδιο Ταμείο θα υπαχθούν και οι αμφισβητούμενες περιουσίες των Μητροπόλεων. Μία παλιά ιστορία που κυβερνήσεις επί κυβερνήσεων προάγουν αυτή τη δήμευση της Εκκλησιαστικής περιουσίας μέσα στο γενικότερο κλίμα των πιέσεων για τον «χωρισμό» Κράτους-Εκκλησίας.
Δεν αφήνει στη σκιά ο κ. Ιερώνυμος το σκηνικό που ακολούθησε σχετικά με την απόρριψη της Συμφωνίας από τους Αρχιερείς και μάλιστα περιγράφει με πικρία το «ναυάγιο» της «ιστορικής συμφωνίας» που προσπάθησε να συνάψει με την κυβέρνηση Τσίπρα.
Για όλα αυτά έχει μιλήσει ο Άγιος Επίσκοπος της Φλώρινας, ο Αυγουστίνος Καντιώτης, η έσχατη φωνή εν τη ερήμω της Ιεραρχίας της Ελλάδος μέχρι και σήμερα. Αν και σήμερα υπάρχουν ελάχιστες φωνές Επισκόπων που αντιστέκονται σε όλη αυτήν την αποϊεροποίηση της Εκκλησίας και την αποχριστιανοποίηση των Ελλήνων, μολαταύτα, αυτές οι επισκοπικές φωνές είναι σαν φωτοβολίδες, σβήνουν και χάνονται με την παρέλευση ολίγου χρόνου. Σε αντίθεση με αυτή τη βροντερή φωνή του Καντιώτη που πήγαζε από τη βαθιά του πίστη στο Χριστό μας και που αντηχούσε από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα και δυνάμωνε και παρηγορούσε αυτήν την Ελλάδα, την Ορθόδοξη, που αντιστέκεται. Έλεγε χαρακτηριστικά περί του θέματος, όπως διαβάζουμε σε άρθρο της Κατάνυξης, «Χωρισμός θα γίνει από το κράτος το άθεον και μασονικόν. Η κρατική εξουσία αφού εκμεταλλεύθηκε επί χρόνια, την Εκκλησία του Χριστού, και χρησιμοποίησε αυτήν ως υπηρέτρια…θα δώσει μια κλωτσιά και θα την πετάξει από την ράχη του κράτους. Τώρα χωρισμός δε θα γίνει από την Εκκλησία, το λέγω μετά λύπης. Προφητεύω: Η Εκκλησία, η Ιεραρχία δεν θέλει χωρισμό!». Σε άλλη ομιλία του ο Άγιος αυτός Επίσκοπος, ο φίλος και αδερφός του απλού πιστού, ο γνήσιος ποιμένας κατά τον Ευαγγελικό λόγο, λέει «Το κράτος αυτό λέγει ότι προστατεύει την Εκκλησία…Φαίνεται ότι την προστατεύει. Δίνει μισθούς στους παπάδες, δίνει μισθούς στους Δεσποτάδες, ενισχύει ξερω γω τι άλλα, έχει καθηγητές παπάδες στα γυμνάσια …Αλλά στο βάθος τα χαϊδέματα είναι μάλλον επικίνδυνα απ’ ότι είναι η φανερά έχθρα. Και το Κράτος αυτό την υποχρέωσε την Εκκλησία. Την πήρε την Εκκλησία από το Σταυρό του μαρτυρίου τεσσάρων αιώνων που εσταυρώνεται η Εκκλησία μας. Την πήρε από τον Σταυρό, την κατέβασε κάτω την έντυσε στα χρυσά και στα πλούτη και την ανέβασε στη ράχη της. Ενθυμητέον δε ότι ο καιρός ο εις τους Χριστανούς σωτηριοδέστατος και θαυματουργότατος, υπήρξεν εκείνος καθ’ ον η εκκλησία πτωχή ήτο και άσημος και καταδιωκομένη»!
Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2WldGra