Επικαιρότητα

Το Συναξάρι του Οσίου Νικοδήμου Μοναχού του Αγιορείτου (ΙΒ΄ Μέρος)

εικόνα άρθρου: Το Συναξάρι του Οσίου Νικοδήμου Μοναχού του Αγιορείτου (ΙΒ΄ Μέρος)
Της Ολυμπίας
αποκλειστικά για την katanixi.gr

«Οἱ Χριστιανοί ὀφείλουν νά μή μεριμνοῦν γιά τ᾽ ἀγαθά τῆς γῆς, οὔτε ν᾽ ἀγαποῦν τόν κόσμο καί τά κοσμικά πράγματα, ἀλλά νά ἐπιζητοῦν τά αἰώνια καί οὐράνια ἀγαθά» (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)

Επιμέλεια σύνταξης: katanixi.gr

ΙΒ΄ Μέρος

Οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ πατρός Θεοκλήτου Μοναχοῦ Διονυσιάτου, μελετητοῦ τοῦ ἔργου τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, εἶναι πράγματι πολύ σημαντικοί, καθώς γράφει στόν ἐπίλογο τοῦ βιβλίου τῆς βιογραφίας τοῦ ὁσιολογιωτάτου Νικοδήμου Mοναχοῦ, τά ἑξῆς:

«Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ὀλίγους ἔχει νά ἐπιδείξῃ Ὁσί­ους καί ἐν ταὐτῷ συγγραφεῖς π ο λ υ γ ρ α φ ω τ ά τ ο υ ς».

«Ἐν ἑαυτῷ συνεδύασεν εἰς μίαν ἁρμονικήν ἑνότητα, τόν σιον, τόν φιλόσοφον, τόν μαχητήν, τόν διδάσκαλον, τόν ἀπο­λογητήν, τόν συγγραφέα, τόν Ὁμολογητήν καί Μάρτυρα τῆς ἀληθείας, τόν ἐθνικόν ἄνδρα, τόν βαθυστόχαστον ἐργάτην καί ὁραματιστήν τῆς ἀναστάσεως τοῦ δουλεύοντος γένους».

«Ἦτο μέγας θεολόγος, ὑπό τήν εὑρυτέραν τοῦ ὅρου ἐκδο­χήν, καταλιπών ἔργον τεράστιον, προσωπικόν, ἑνιαῖον, ὑπεύ­θυνον, ἀλλ’ οὐδέποτε εἶπεν ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος θεολόγος, λέγων πάντοτε:

– “Λέγουν οἱ θεολόγοι”, ἐννοῶν τούς Πατέρας».

Ὁ πατήρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ἀναφέρει στήν συνέχεια τῆς βιογραφίας τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου τά ἑξῆς:

Μίαν καί μόνην φροντίδα καί ἔννοιαν ἔσχε καθ᾿ ὅλην τήν ὁσίαν ζωήν του, τήν ἐξυπηρέτησιν τοῦ Θείου θελήματος καί τήν ὠφέλειαν τοῦ πλησίον. (43)

Καί εἰς ἀμφότερα ἀνεδείχθη καθ᾿ ὅλα ἀπαράμιλλος, καί τῶν πάλαι Ἁγίων ἰσοστάσιος καί χαρακτήρ.

Ἐδέχθη παρά Κυρίου τό τάλαντον, καί ηὔξησεν αὐτό μυριοπλασίως, ὡς εὐγνώμων δοῦλος καί πιστός θεράπων.

Ἔζησεν ὡς ἄγγελος καί ὑπῆρξεν ὅσιος καί ἅγιος, καί θεόσοφος θεολόγος, ταμεῖον ἀκένωτον τοῦ Παρακλήτου, θεοειδής καί φωτεινός πνευματικός σύμβουλος ἀπό τοῦ Πατριάρχου μέχρι τοῦ ἀπλουστέρου πιστοῦ, ἀκτινοβολῶν τήν χάριν τοῦ Χριστοῦ, δόξα τῆς Ἐκκλησίας καί μέγα καύχημα τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους.

Ἦτον τόν τρόπον ἁπλοῦς καί ἀνεξίκακος, τό ἦθος γλυκύς καί χαρίης, ἀκτήμων, πρᾶος καί ταπεινότατος.

Ἡ ταπείνωσίς του ἦτον βαθυτάτη ἔργῳ καί λόγῳ.

Ὁσάκις ὁμιλεῖ περίν αὐτοῦ λέγει, «γώ εἰμί τό ἔκτρωμα», «γώ εἰμί ὁ τεθνηκώς κύων», «γώ εἰμί τό οὐδέν», «ὁ κεγχριαῖος», «ὁ ἄσοφος, ὁ ἀπαίδευτος».

Ἀντί ὑποδημάτων ἔφερεν πάντοτε «τσαρούχια».

Δέν εἶχεν δεύτερον ῥάσον, ἀλλ᾿ οὔτε μόνιμον, ὡς ἀνωτέρω εἴδομεν κατοικίαν.

Κατοικία τοῦ θεοφόρου διδασκάλου ἦτο ὅλον τό Ἅγιον Ὄρος, ἐξ οὗ ἔλαβεν καί τήν κατ᾿ ἐξοχήν ἐπωνυμίαν Ἁγιορείτης.

Διανύων τό τελευταῖον στάδιον τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, καί αἰσθανόμενος τόν ἑαυτόν του περισσότερον καταβεβλημένον, ἐπανῆλθε εἰς τό Κελλίον τῶν ἀγαπητῶν του Σκουρταίων, ὅπου καί ἐδέχθη τάς ἀδελφικάς ἐκείνων περιποιήσεις.

Ἤγγιζε πλέον ἡ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἀποδημία αὐτοῦ, διότι ἡ ὑγεία του, λόγῳ τῶν πολλῶν κόπων, εἶχε κλονισθῆ ἀνεπανορθώτως.

Ὁ ὀργανισμός εἶχεν ἐξαντληθῆ.

Οἱ ὀδοντές του εἶχον πέσει.

Ἡ ἀκοή του εἶχε γίνει βαρεῖα.

Μετά δυσκολίας ἐκινεῖτο.

Προῃσθάνετο ὁ θεῖος Πατήρ ὅτι ἐγγίζει πλέον τό ποθητόν τέλος καί ἔχαιρε, διότι καί αὐτός, κατά τό παράδειγμα τοῦ θεηγόρου Παύλου, «ἐπεθύμει ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι».

Προετοιμαζόμενος διά τήν ἐντεῦθεν ἀποδημίαν ὁ θεῖος Πατήρ, ἔκαμε γενικήν ἐξομολόγησιν, ἐζήτησε καί ἐτέλεσεν Εὐχέλαιον, καί καθημερινῶς μετεῖχε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Τήν 13ην Ἰουλίου ἐβάρυνε ἀκόμη περισσότερον ἡ κατάστασίς του.

Μέ μόλις ἀκουομένη φωνήν ἀπήυθυνε, μέ μικράς διαλείψεις, θερμήν προσευχήν πρός τόν Χριστόν, εἰπών εἰς τούς παρεστῶτας ἀδελφούς:

«Δέν ἠμπορῷ, Πατέρες μου, νά προσευχηθῶ νοερῶς, καί προσεύχομαι μέ τό στόμα».

Ηὐχαρίστει συνεχῶς τούς ἀδελφούς διά τήν ἀγάπην καί τούς κόπους, εἰς τούς ὁποίους εἶχον ὑποβληθῆ καί ὑπεβάλλοντο δι᾿αὐτόν.

«Ἀποθαίνω… μεταλάβετέ με»!

Εἰς αὐτάς τάς ἡμέρας τοῦ ἔκαμαν ὅλα τ᾿ ἁρμόζοντα εἰς τήν ἔξοδον αὐτοῦ, ἤγουν γενικήν Ἐξομολόγησιν, Εὐχέλαιον καί καθημερινήν μετάδοσιν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. (44)

Τῇ δέ δεκάτῃ τρίτῃ ἐβάρυνε καί ἐστενοχωρεῖτον. Καί μή δυνάμενος νά λέγῃ τήν Εὐχήν μέ τόν νοῦν, κατὰ τήν συνήθειάν του, τήν ἔλεγεν ἐκφώνως.

Καί ἔλεγεν καί ἔλεγεν εἰς τούς ἀδελφούς:

«Νά μέ συγχωρήσητε, Πατέρες μου.

Ἀπόκαμεν ὁ νοῦς μου καί δέν δύναται νά βαστάξῃ τήν Εὐχήν καί διά τοῦτο τήν ἐκφωνῶ.

Καί ἡ ζωή μου τέλος ἔχει, ἀλλά ὁ ἅγιος Θεός νά πληρώσῃ τόν κόπον τῆς ἀγάπης σας, ὁπού κάνετε εἰς ἐμένα τόν ἁμαρτωλόν.

Καί, παρακαλῶ σας, φέρετέ μου τά Λείψανα τῶν Ἁγίων μου Πατέρων, Ἁγίου Μακαρίου Κορίνθου καί Ὁσίου Ἱερομονάχου Παρθενίου Σκούρτα, Ἁγίου Πνευματικοῦ Πατρός μας».

Καί ἀγκαλισάμενος αὐτά κατεφίλει δακρυρροῶν καί λέγοντας:

«Διατί, Ἅγιοι Πατέρες, μέ ἀφήκατε ὀρφανόν;

Ἐσεῖς ἤλθετε αὐτοῦ καί ἀναπαύεσθε διά τάς ἀρετάς ὁπού ἐκατωρθώσατε εἰς τήν γῆν καί κατατρυφᾶτε τήν δόξαν τοῦ Κυρίου μας, καί ἐγώ πάσχω ἐκ τῶν ἁμαρτιῶν μου.

Διό παρακαλῶ σας, Πατέρες μου, ἱκετεύσατε τόν Κύριόν μας νά μέ ἐλεήσῃ καί ἐμένα καί νά μέ ἀξιώσῃ αὐτοῦ, αὐτοῦ ὁπού εἶσθε καί ἐσεῖς».

Mέ τοιαῦτα παραπονευτικά λόγια ἐπέρασεν ὅλην τήν ἡμέραν, τήν δέ νύκτα ἐβάρυνε.

Οἱ δέ ἀδελφοί ἔμειναν ἄγρυπνοι ὅλην τήν νύκτα προσμένοντες τήν ἔξοδόν του.

Καί πηγαίνοντες συχνά τόν ἐρωτοῦσαν:

Διδάσκαλε, πῶς ἔχεις;

Καί συνωμιλοῦσαν παραμικρόν.

Τῇ δέ ἕκτῃ ὥρᾳ τῆς νυκτός μετά τήν ἐρώτησιν τούς ἀπεκρίθη:

«Ἀποθαίνω, ἀποθαίνω, ἀποθαίνω.

Ἀλλά, παρακαλῶ σας, μεταλάβετέ με».

Καί οὕτως εὐτρεπισθείς ἐμετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.

Καί περνῶντας ὀλίγη ὥρα ἐπῆγαν καί τόν ηὗραν μέ τά χέρια ἐστᾳυρωμένα καί τούς πόδας ἁπλωτούς καί τόν ἐρωτοῦν:

«Διδάσκαλε, τί κάνεις;».

«Διδάσκαλε, ἡσυχάζεις;».

Ὁ δέ τούς ἀπεκρίθη:

«Τόν Χριστόν ἔβαλα μέσα μου καί πῶς νά μήν ἡσυχάσω;».

Καί συνομιλήσαντες ὀλίγον ἐσιώπησεν.

Τοιουτοτρόπως διῆλθεν ὁλόκληρον τήν ἡμέραν.

Τήν νύκτα ἐβάρυνε περισσότερον.

Ἐζήτησε καί ἐκοινώνησε πάλιν.

Ἐσταύρωσε τότε τάς χεῖρας, ἥπλωσε τούς πόδας, ἠρέμησε πλήρως, καί συνεχῶς προσηύχετο, εἰς ἐρώτησιν δέ τῶν παρισταμένων ἀδελφῶν:

«Διδάσκαλε, ἡσυχάζεις;»

Ἐκεῖνος ἀπήντησε: «Τόν Χριστόν ἔβαλα μέσα μου, καί πῶς νά μή ἡσυχάσω;».

Οἱ κ υ ρ ι ώ τ ε ρ ε ς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, ὑπό τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου:

12. Οἱ Χριστιανοί ὀφείλουν νά μή μεριμνοῦν γιά τ᾽ ἀγαθά τῆς γῆς, οὔτε ν᾽ ἀγαποῦν τόν κόσμο καί τά κοσμικά πράγματα, ἀλλά νά ἐπιζητοῦν τά αἰώνια καί οὐράνια ἀγαθά.

Μήν ἔχετε ἄγχος καί μήν ἀρχίσετε νά λέτε «τί θά φᾶμε;» «τί θά πιοῦμε;»«τί θά φορέσουμε;» ἐπειδή γιά ὅλ᾽ αὐτά ἀγωνιοῦν οἱ ἄπιστοι μόνο (Ματθ. 6, 31-32). (45)

Νά ζητᾶτε πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐπικράτηση τοῦ θελήματός Του, καί ὅλ᾽ αὐτά θά σᾶς δοθοῦν ἀπό τό Θεό σάν χάρισμα, χωρίς νά τά ζητᾶτε (Ματθ. 6, 33).

Τοῦτο σᾶς λέω, ἀδελφοί, ὅτι ὁ καιρός τῆς ἐπίγειας ζωῆς εἶναι λιγοστός, ἔτσι ὥστε καί ὅσοι ἔχουν γυναῖκες νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχουν, νά μήν εἶναι δηλαδή προσκολλημένοι σ᾽ αὐτές.

Κι’ ἐκεῖνοι πού κλαῖνε καί θλίβονται γιά πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου, νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχει συμβεῖ κάτι θλιβερό. Καί ὅσοι δοκιμάζουν χαρές, νά ζοῦν σάν νά μήν ἔχουν λόγο νά χαίρονται.

Καί ὅσοι ἀγοράζουν ὑλικά πράγματα, νά ἀντιμετωπίζουν τά ἀγορασμένα σάν νά μήν πρόκειται νά τ᾽ ἀπολαύσουν.

Καί ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τ᾽ ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου, ν᾽ ἀποφεύγουν κάθε ὑπέρμετρη ἀπόλαυσή τους καί μόνο στ᾽ ἀναγκαῖα νά ἀρκοῦνται.

Γιατί ἡ σημερινή μορφή αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου δέν θά κρατήσει πολύ, ἀλλά περνᾶ καί φεύγει συνεχῶς (Α´ Κορ. 7, 29-31).

Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δέν στοχεύουμε σ᾽ αὐτά πού βλέπονται, ἀλλά σ᾽ αὐτά πού δέν βλέπονται μέ τά σωματικά μάτια. Γιατί ὅσα βλέπονται εἶναι προσωρινά, ἐνῶ ὅσα δέν βλέπονται εἶναι αἰώνια (Β´ Κορ. 4, 18).

Ἐμεῖς εἴμαστε πολίτες τ᾽ οὐρανοῦ, ἀπ᾽ ὅπου περιμένουμε νά ἔρθει καί νά μᾶς λυτρώσει ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός (Φιλιπ. 3, 20).

Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί δέν ἔχουμε σ᾽ αὐτό τόν κόσμο τή μόνιμη πατρίδα μας, ἀλλά λαχταροῦμε τή μελλοντική οὐράνια πατρίδα (Ἑβρ. 13, 14).

Προδότες τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ! Δέν ξέρετε ὅτι ἡ ἀγάπη γιά τόν ἁμαρτωλό κόσμο εἶναι ἔχθρα ἐναντίον τοῦ Θεοῦ;

Ὅποιος λοιπόν θέλει νά εἶναι φίλος τοῦ κόσμου, γίνεται ἐχθρός τοῦ Θεοῦ (Ἰακ. 4, 4).

Ἀγαπητοί, μήν ἀγαπᾶτε τόν κόσμο, μήτε ὅσα εἶναι τοῦ κόσμου.

Ἄν κάποιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, δέν ἔχει μέσα του τήν ἀγάπη γιά τόν Οὐράνιο Πατέρα (Α´ Ἰω. 2, 15).

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, στό ἔργο του ὁ «Ἀόρατος Πόλεμος», γράφει τά ἑξῆς:

Νά θυμᾶστε ὅτι ὑποχεσθήκατε στό ἅγιο Βάπτισμα ὅτι ἀπαρνῆσθε καί πολεμᾶτε τόν σατανᾶ καί ὅλα τά ἔργα του καί κάθε λατρεία του καί κάθε ἁμαρτία του, τά ὁποῖα ἔργα του εἶναι αὐτά τῆς φιληδονίας, τῆς φιλοδοξίας καί τῆς φιλαργυρίας καί τά ὑπόλοιπα πάθη. (46)

Ὁπότε καί νά ἀγωνίζεστε, ὅσο μπορεῖτε, γιά νά κατατροπώσετε, γιά νά τόν ντροπιάσετε καί γιά νά τόν νικήσητε μέ ὅλη σας τήν τελειότητα.

Ποιά δέ εἶναι ἡ πληρωμή καί ὁ μισθός, πού ἔχετε νά πάρετε γιά αὐτή τή νίκη σας;

Πολύς καί μεγάλος.

Καί ἀκοῦστε ἀδελφοί μου,αὐτό αὐτολεξεί ἀπό τό ἴδιο τό στόμα τοῦ Κυρίου, ὁπού μᾶς τό ὑπόσχεται στήν Ἱερή Ἀποκάλυψι.

1. «Σέ ὅποιον νικήσει θά τοῦ δώσω νά φάῃ τόν καρπό ἀπό τό δένδρο τῆς ζωῆς, πού βρίσκεται στόν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 2, 7).

2. «Τόν νικητή δέν θά τόν πειράξη ὁ δεύτερος θάνατος» (Ἀποκ. 2, 11).

3. «Σέ ὅποιον νικήσῃ θά τοῦ δώσω ἀπό τό κρυμμένο μάννα» (Ἀποκ. 2, 17).

4. «Στό νικητή θά τοῦ δώσω τήν ἐξουσία πού κι’ ἐγώ πῆρα ἀπό τόν Πατέρα μου κι’ ἀκόμη θά τοῦ δώσω τό ἄστρο τό πρωινό» (Ἀποκ. 2, 28).

5. «Τόν νικητή θά τόν ντύσῃ ὁ Θεός μέ τά λευκά ροῦχα τῆς νίκης· δέν θά διαγράψω τό ὄνομά του ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς καί θά τόν ἀναγνωρίζω ὡς δικό μου μπροστά στόν Θεό καί τούς ἀγγέλους του» (Ἀποκ. 3, 5).

6. «Τόν νικητή θά τόν κάνω στῦλο στό ναό τοῦ Θεοῦ μου» (Ἀποκ. 3, 12).

7. «Τόν νικητή θά τόν βάλω νά καθίσῃ μαζί μου στόν θρόνο μου» (Ἀποκ. 3, 21).

8. «Ὁ νικητής θά τά κληρονομήσῃ ὅλα, κι’ ἐγώ θά εἶμαι Θεός του κι’ αὐτός παιδί μου» (Ἀποκ. 21, 7).

Βλέπετε ἀξιώματα;

Βλέπετε μισθούς;

Βλέπετε τό ὀκταπλάσιο αὐτό στεφάνι, τό ὁποῖο εἶναι γεμάτο ἄνθη καί ἁμαράντινο, ἀλλά πολλά περισσότερα στεφάνια θά σᾶς πλέξουν ἀδελφοί, ἄν νικήσετε τόν διάβολο.

Σέ αὐτό λοιπόν μαθητεύετε, στό νά ἀγωνίζεστε καί νά ἐγκρατεύεστε «γιά νά μή πάρη κανένας τό στεφάνι σας» (Ἀποκ. 3, 11).

Ἀμήν, γένοιτο!

Συνεχίζεται…

  • 43. Βίος καί πολιτεία καί λαμπροί ἀγῶνες τοῦ Ὁσίου καί Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν καί σοφωτάτου Διδασκάλου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου. Ποίημα Γερασίμου Μοναχοῦ Μικραγιαννανίτου
    (Ἐκ τοῦ βιβλίου: Διονυσιάτικον Ἁγιολόγιον, ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους, Ἅγιον Ὄρος, 2004, σελ. 98-130) http://users.uoa.gr/
  • 44. Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ὁ πρωτότυπος βίος του.
    Ὑπό Εὐθυμίου Ἱερομονάχου τοῦ Σταυρουδᾶ (1813).http://users.uoa.gr/
  • 45. Οἱ κυριώτερες ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου http://users.uoa.gr/
  • 46. Ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου «Ἀόρατος Πόλεμος»
    Ἀπόδοση στή νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
    Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος http://users.uoa.gr/

Κάνε ἐγγραφή στό νέο κανάλι τῆς Κατάνυξης τοῦ Youtube πατώντας ἐδῶ: https://bit.ly/2WldGra

Δείτε σχετικά:
– Το Συναξάρι του Οσίου Νικοδήμου Μοναχού του Αγιορείτου (Α΄ Μέρος, Β΄, Γ΄, Δ΄Ε΄ΣΤ΄Ζ΄Η΄Θ΄Ι΄, ΙΑ΄)

Σχετικά άρθρα

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Συνεχίζοντας την περιήγηση στην ιστοσελίδα, συναινείτε με την χρήση αυτών.
Μπορείτε να επισκεφθείτε τους Όρους χρήσης και την Πολιτική προστασίας απορρήτου.